Location via proxy:
[ UP ]
[Report a bug]
[Manage cookies]
No cookies
No scripts
No ads
No referrer
Show this form
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
avers
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
avers
avers
Ουσιαστικό
επεξεργασία
avers
(fr)
αρσενικό
το μέρος ενός
νομίσματος
που φέρει ανάγλυφο ένα σχέδιο, ένα πρόσωπο, η «
κορόνα
»
≈
συνώνυμα
:
face
,
effigie
≠
αντώνυμα
:
revers
,
pile