fer
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
fer | fers |
fer (fr) αρσενικό
- o σίδηρος
Καταλανικά (ca)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαfer (ca)
Μανξ (gv)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαfer (gv)
ενικός | πληθυντικός |
fer | fers |
fer (fr) αρσενικό
fer (ca)
fer (gv)