dermatologie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
dermatologie dermatologies

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

dermatologie (fr) θηλυκό