feta
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- feta < (άμεσο δάνειο) νέα ελληνική φέτα
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
feta | fetas |
- (γαστρονομία) το τυρί φέτα
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- feta < (άμεσο δάνειο) νέα ελληνική φέτα < ιταλική fetta
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]feta (it)
- (γαστρονομία) το τυρί φέτα
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα νέα ελληνικά (γαλλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα νέα ελληνικά (γαλλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
- Γαστρονομία (γαλλικά)
- Δάνεια από τα νέα ελληνικά (ιταλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα νέα ελληνικά (ιταλικά)
- Ιταλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (ιταλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ιταλικά)
- Γαστρονομία (ιταλικά)