fisc
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]fisc (en)
Συγγενικά
[επεξεργασία]
Αγγλοσαξονικά (ang)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]fisc (ang)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
fisc | fiscs |
fisc (fr) αρσενικό