H ανασύσταση του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως το 1454 επέτρεψε στους ορθόδοξους χριστιανούς πο... more H ανασύσταση του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως το 1454 επέτρεψε στους ορθόδοξους χριστιανούς που βρέθηκαν στον κλοιό της οθωμανικής κυριαρχίας να έχουν ξανά μιαν ανώτατη εκκλησιαστική αρχή και ταυτόχρονα μια θεσμική οργάνωση της κοινωνίας τους. Για να μελετηθεί αυτό το φαινόμενο και να διερευνηθούν οι πολλαπλές συνέπειες που ανέκυψαν είχαμε ανάγκη από αξιόπιστες πηγές, με πρώτα τα πεπραγμένα του ίδιου του Πατριαρχείου. Το 2013 (και σε αναθεωρημένη έκδοση το 2016) παρουσιάσαμε τα σαράντα δύο πατριαρχικά κείμενα που σώζονται από την περίοδο 1454-1498. Στον δεύτερο τόμο, που βλέπει σήμερα το φως της δημοσιότητας, παρουσιάζονται εκατόν πέντε κείμενα που χρονολογούνται από την περίοδο 1498-1565, κείμενα από τα οποία μόνο τρία σώζονται στα Αρχεία του Πατριαρχείου, τα υπόλοιπα εντοπίστηκαν σε αρχεία και βιβλιοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού. Με το δημοσίευμα αυτό η ιστορική έρευνα αποκτά ένα πολύτιμο βοήθημα, όπου ο μελετητής θα βρει συγκεντρωμένα σε εύχρηστη και έγκυρη έκδοση τα εκατόν πέντε σωζόμενα επίσημα κείμενα. Από τα κείμενα αναδύεται ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που αφορούν την εσωτερική ζωή της Eκκλησίας, κείμενα με τα οποία η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή απευθύνεται σε μοναστικά ιδρύματα, σε ορθόδοξους χριστιανούς που ζούσαν στην Οθωμανική Aυτοκρατορία, κείμενα που αφορούν τις σχέσεις της Oρθόδοξης Eκκλησίας με την ορθόδοξη κοινότητα της Βενετίας, τη μονή του Σινά ή τους ηγέτες της Ρωσίας. Ο τόμος ολοκληρώνεται με αναλυτικό ευρετήριο ονομάτων, τόπων και όρων και έναν πίνακα με τα αρχεία και τις βιβλιοθήκες όπου εντοπίστηκαν τα πρωτότυπα ή τα αντίγραφά τους. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο Ερευνητικού Προγράμματος που επιχορηγήθηκε από το Ίδρυμα Ωνάση.
The re-establishment of the Patriarchate of Constantinople in 1454 provided the Orthodox Christians within the Ottoman Empire once more with a supreme ecclesiastical authority and, at the same time, an institutional organization of their social group. The study of this phenomenon and the examination of its multiple effects required the use of reliable sources, the most fundamental of which being the acts of the Patriarchate itself. In 2013 (and in a revised edition in 2016) we presented the forty two patriarchal documents extant from the period 1454-1498. In the second volume, which is now published, one hundred five texts dating from the period 1498-1565 are presented, among which only three are found in the patriarchal Archives, with the remaining having been located in archives and libraries in Greece and abroad. This publication comes as a precious tool for historical research, in which the researcher can find the one hundred five extant texts presented in a useful and reliable edition. A wide range of issues emerges from the texts concerning the internal affairs of the Church, texts sent by the supreme ecclesiastical authority to monastic establishments, or the Orthodox Christians living in the Ottoman Empire, texts regarding the relations of the Orthodox Church with the Orthodox community of Venice, the Sinai monastery, or the leaders of Russia. The volume also contains a general index of names and terms, together with a table outlining the archives and libraries where the original documents or their copies are currently located. The publication has been realized within the framework of a Research Program funded by the Onassis Foundation.
Το σταυροπήγιο και η πατριαρχική εξαρχία έχουν ως κοινή συνισταμένη την υπαγωγή τους στη δικαιοδο... more Το σταυροπήγιο και η πατριαρχική εξαρχία έχουν ως κοινή συνισταμένη την υπαγωγή τους στη δικαιοδοσία του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, την άμεση εξάρτηση και των δύο από την πατριαρχική εξουσία. Και στις δύο περιπτώσεις η μη υπαγωγή των μοναχών και των χριστιανών κατοίκων στον τοπικό ιεράρχη δημιουργεί ιδιαίτερες συνθήκες, και η περίπτωση της μονής Γηρομερίου προσέφερε το κατάλληλο έδαφος για τη μελέτη τους, δεδομένου ότι στην ιστορική της πορεία πέρασε και από τις δύο αυτές μορφές πατριαρχικής εξάρτησης. Το Γηρομέρι δεν υπήρξε αποκλειστικά σταυροπηγιακό μοναστήρι αλλά από τις αρχές του 17ου αι. αποτέλεσε πατριαρχική εξαρχία, στην οποία υπάγονταν χριστιανικοί πληθυσμοί της γύρω περιοχής. Ο πατριάρχης εκχωρούσε κατά διαστήματα την εξαρχία Γηρομερίου σε φυσικά πρόσωπα, τα οποία εισέπρατταν από αυτήν ετήσιο εισόδημα με την ιδιότητα του καθολικού εξάρχου, ενώ την εκκλησιαστική διοίκηση ασκούσε συνήθως ο ηγούμενος του μοναστηριού. Μέσα από τη μελέτη των σωζόμενων πατριαρχικών γραμμάτων από την περίοδο 1533-1863, τα οποία έστειλαν οι κατά καιρούς πατριάρχες για να διευθετήσουν και να κατοχυρώσουν υποθέσεις και δίκαια της μονής και της εξαρχίας, αποκαλύπτεται με τρόπο ανάγλυφο η έντονη αλληλεπίδραση που αναπτύχθηκε στο πέρασμα του χρόνου μεταξύ της μονής και της τοπικής κοινωνίας των χριστιανών, ενώ έκδηλη είναι η αποδοχή από μέρους των χριστιανών κατοίκων ενός διοικητικού καθεστώτος με εξουσιαστική αρχή τον ηγούμενο του μοναστηριού, υπόλογο αποκλειστικά απέναντι στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Τα κείμενα των σαράντα πατριαρχικών γραμμάτων, που στην πλειοψηφία τους ήταν ανέκδοτα ως σήμερα, εκδίδονται σε κριτική έκδοση με σχόλια, ενώ παράλληλα δίνεται ένα ιστορικό περίγραμμα για τους οικισμούς της εξαρχίας Γηρομερίου. Στο Επίμετρο δημοσιεύονται τρία ακόμη κείμενα που αφορούν το Γηρομέρι. Το βιβλίο περιλαμβάνει, τέλος, γενικό ευρετήριο προσώπων, τόπων και όρων, πανομοιότυπα ορισμένων από τα εκδιδόμενα κείμενα καθώς και χάρτες της περιοχής.
The stauropegion and the patriarchal exarchy have a common point, their submission to the jurisdiction of the Patriarch of Constantinople, their direct dependence on patriarchal power. In both cases, the fact that the monks and the Christian inhabitants are not placed under the local prelate creates special circumstances, and the case of the monastery of Geromeri offered the suitable ground for their study, as during its historic course it went through both these forms of patriarchal dependence. Geromeri was not exclusively a stauropegion; from the early 17th century it became a patriarchal exarchy, under which the Christian populations of the surrounding region were placed. From time to time the Patriarch assigned the exarchy of Geromeri to individuals, who thus earned an annual income in their capacity as katholikoi exarchoi, while the ecclesiastical administration was usually exercised by the abbot of the monastery. The study of the patriarchal letters extant from the period 1533-1863, which were sent by various Patriarchs in order to settle and confirm affairs and rights of the monastery and the exarchy, reveals the strong interaction that developed in the course of time between the monastery and the local society of Christians. Meanwhile, the Christian inhabitants appear to accept an administrative system with the abbot of the monastery as the ruling authority, directly responsible to the Patriarch of Constantinople. The texts of the forty letters, unpublished in majority until today, are presented in a critical, commentated edition, together with a historical outline for the settlements of the exarchy of Geromeri. Three more texts regarding Geromeri are also published in the Addendum. Finally, the book contains a general index of persons, places and terms, facsimiles of a number of the edited texts, as well as maps of the region.
Στα μέσα του 16ου αιώνα το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως συγκρότησε μια νομική συναγωγή την οποί... more Στα μέσα του 16ου αιώνα το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως συγκρότησε μια νομική συναγωγή την οποία ονόμασε το «Νόμιμον της Μεγάλης Εκκλησίας». Ένα μεγάλο μέρος του χειρογράφου που παρέδιδε το πρωτότυπο του «Νομίμου της Μεγάλης Εκκλησίας» εντοπίστηκε στη βιβλιοθήκη της μονής Τιμίου Σταυρού της Σάμου, ένα τμήμα του στο Τμήμα χειρογράφων της Bibliothèque Nationale de France στο Παρίσι και τέσσερα φύλλα του στην Αθήνα. Όλο αυτό το υλικό ανασυγκροτήθηκε, φωτογραφήθηκε και η διαταραγμένη σειρά των φύλλων του σώματος του χειρογράφου αποκαταστάθηκε. Στον πρώτο τόμο της μελέτης (2008), ο Δημ. Γ. Αποστολόπουλος παρουσίασε το ιστορικό της δημιουργίας αυτού του άγνωστου ιστορικού τεκμηρίου, κατέγραψε τις περιπέτειες που γνώρισε το χειρόγραφο μετά την απομάκρυνσή του περί το 1593 από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και αναπαρήγαγε, σε πανομοιότυπη μορφή και στις φυσικές του διαστάσεις, τα σωζόμενα εκατόν πενήντα φύλλα του. Το 2010 ο Δημ. Γ. Αποστολόπουλος, σε συνεργασία με τη Μάχη Παΐζη-Αποστολοπούλου και τη Γιούλη Ευαγγέλου, δημοσίευσε τον δεύτερο τόμο του Νομίμου της Μεγάλης Εκκλησίας, ο οποίος περιλαμβάνει αφενός το κείμενο του χειρογράφου σε πιστή μεταγραφή με τυπογραφικά στοιχεία και αφετέρου τη φιλολογική ταυτότητα των περιεχομένων του. Κατά τη μεταγραφή χρησιμοποιήθηκε ενιαία γραμματοσειρά για όλα τα κείμενα που συσταχώθηκαν το 1564 και για όσα καταχωρίστηκαν στο «Νόμιμον» μετά το 1564 και για όσο διάστημα γνωρίζουμε πως βρισκόταν σε επίσημη χρήση στο Πατριαρχείο, καθώς και για τα παρασελίδια σημειώματα, εφόσον είναι γραμμένα από τους αρχικούς γραφείς. Αντίθετα, για τις προσθήκες που επέφερε στα κείμενα που συμπιλήθηκαν ο Ιέραξ, ο οφφικιάλιος του Πατριαρχείου ο οποίος ανέλαβε να συγκροτήσει το «Νόμιμον», όπως και για τις σημειώσεις του ή τα σχόλιά του που υπάρχουν στα περιθώρια της συλλογής, χρησιμοποιήθηκε μια άλλη γραμματοσειρά προκειμένου να διακριθούν από τα κυρίως περιεχόμενα της συλλογής. Μεταγενέστερα σημειώματα και σχόλια που γράφτηκαν μετά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα δεν συμπεριελήφθησαν στη μεταγραφή. Κατά τη μεταγραφή αποδόθηκε πιστά το κείμενο του πρωτοτύπου, με στόχο να έχει ο αναγνώστης την ίδια ακριβώς εικόνα, με τα λάθη και τις τυχόν παραλείψεις. Προστέθηκε μόνο στιχαρίθμηση για να είναι εύκολη η παραπομπή.
"Early Modern Religious Dynamics. Orthodox Church History Contexts". Workshop organised by Ioanni... more "Early Modern Religious Dynamics. Orthodox Church History Contexts". Workshop organised by Ioannis Kyriakantonakis in collaboration with the Hellenic Institute of Byzantine and Post-Byzantine Studies of Venice, 18/02/2021
Around 1571 an Athenian noblewoman, Philothei Benizelou, established the nunnery of Haghios Andre... more Around 1571 an Athenian noblewoman, Philothei Benizelou, established the nunnery of Haghios Andreas in the heart of Ottoman Athens. Twelve years later, in 1583, she sent the monk Serapheim Pangalos to Venice to represent the monastery before the Venetian authorities and to submit her request for financial support. Along with Philothei’s solicitation, Serapheim also submitted a report to the Doge, where he stated, among other things, that Philothei was following the religious order of the Capuchins in her monastery: “servando la regola di scapucini”. A few years later (in the end of the century) the Orthodox Church recognized Philothei as a saint. In my paper I investigate the meaning and historical context of Serapheim’s intriguing formulation. Specifically, I examine the history of Haghios Andreas’ nunnery during the last decades of 16th century as documented by contemporary and later sources, detecting particular aspects of Philothei’s monastic activity that were similar to practices of Latin Monasticism.
Ο θεσμός του ορθόδοξου μοναχισμού γνώρισε αξιοσημείωτη άνθηση κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα στα... more Ο θεσμός του ορθόδοξου μοναχισμού γνώρισε αξιοσημείωτη άνθηση κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το φαινόμενο, ωστόσο, αυτό δεν εκδηλώθηκε παντού με την ίδια ένταση, καθώς σε αρκετές περιοχές σημειώθηκε ένα «κύμα» ίδρυσης νέων και ανακαίνισης παλαιών ορθόδοξων χριστιανικών μοναστηριών, ενώ σε άλλες η σχετική δραστηριότητα ήταν πιο περιορισμένη. Στη μελέτη παρουσιάζονται τρεις περιπτώσεις, η περιφέρεια του καζά Αθηνών, το νησί της Άνδρου, και οι δύο με αξιοσημείωτη δραστηριότητα ίδρυσης και ανακαίνισης, και η Κωνσταντινούπολη με την ενδοχώρα της, όπου τα σχετικά παραδείγματα είναι ευάριθμα. Μέσα από τη συγκριτική εξέταση των τριών αυτών περιοχών αναδεικνύονται ορισμένοι παράγοντες που επέδρασαν θετικά ή αρνητικά και συνέβαλαν στην κατά τόπους διακύμανση του φαινομένου.
Since the late 19th century, it has been widely known that the cod. Baroccianus 216 preserved in f. 62 a patriarchal act sent by the Patriarch Jeremias I to the Orthodox Christians of Crete in May 1541. Through his letter the Patriarch reprimanded them for allowing the participation of more than one godparent in the holy sacrament of baptism. This practice had been banned by the Patriarch himself ten years earlier. Spyridon Lambros and Gennadios Arabatzoglou, who published the text of the letter found in the manuscript, believed initially that it was a copy of the original patriarchal act. The folio of the manuscript preserving the letter is no longer extant. Based on the codicological study of the ff. [59a]-69, the photographic reproduction of f. 62 –the only surviving evidence of its form after its loss– and on palaeographical observations, the authors of the present article have come to the conclusion that f. 62 was the original document sent by the Patriarch to the Orthodox population of Crete, which was later bound together with the manuscript. The text of the letter is now presented in a critical edition by the authors. At the same time, they have detected the presence of the 16th-century prolific scholar and scribe Andreas Donos in this part of the manuscript. The identification of the scribe as well as his capacity as the Patriarch’s procurator enabled the authors to explain the role played by Donos in the formation of this section and to justify the presence of an original patriarchal document in the manuscript Baroccianus 216.
Christian GASTGEBER - Ekaterini MITSIOU - Johannes PREISER-KAPELLER - Vratislav ZERVAN (Eds.), The Patriarchate of Constantinople in Context and Comparison. Proceedings of the International Conference Vienna, September 12th - 15th 2012, Vienna 2017,
In this paper I present a discovery in the Post-Byzantine Register of the Patriarchate of Constan... more In this paper I present a discovery in the Post-Byzantine Register of the Patriarchate of Constantinople, namely the “Ἱερὸς Κῶδιξ”: it is a financial register of annual contributions deposited with the Patriarchate in the early nineteenth century (October 1804) by stauropegial monasteries.
Ιστοσελίδα του Αρχοντικού Μπενιζέλων: http://archontiko-mpenizelon.gr/wp-content/uploads/2016/02/Osia-Philothei.pdf (Web page of the Benizelos Mansion: http://archontiko-mpenizelon.gr/wp-content/uploads/2016/02/Saint-Philothei.pdf)
Η Φιλοθέη Μπενιζέλου υπήρξε μια ξεχωριστή φυσιογνωμία στην τουρκοκρατούμενη
Αθήνα του δεύτερου μ... more Η Φιλοθέη Μπενιζέλου υπήρξε μια ξεχωριστή φυσιογνωμία στην τουρκοκρατούμενη
Αθήνα του δεύτερου μισού του 16ου αιώνα, γόνος αρχοντικής
οικογένειας με έντονη προσωπικότητα, που αφιερώθηκε στο μοναχισμό
αναπτύσσοντας παράλληλα πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση.
Η αναγνώρισή της από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως οσίας
λίγα χρόνια μετά το θάνατό της και ο απόηχος του πλούσιου έργου της
συνέβαλαν στο να δημιουργηθούν θρύλοι και παραδόσεις, που σε συνδυασμό
με τις σωζόμενες ιστορικές πηγές της εποχής συνθέτουν το ψηφιδωτό
μέσα από το οποίο ο μελετητής καλείται να τοποθετήσει τη Φιλοθέη στις
ιστορικές της διαστάσεις. Μέσα από τη διαδικασία ανεύρεσης της ιστορικής
αλήθειας, αναδεικνύεται το πορτραίτο μιας προσωπικότητας που
ακόμη και σήμερα, τόσους αιώνες μετά το θάνατό της, δεν παύει να μας
εκπλήσσει...
Η μελέτη εκπονήθηκε στο πλαίσιο της οργάνωσης του νέου μουσειακού χώρου που στεγάζεται στο Αρχοντικό Μπενιζέλων, στην Αθήνα, για την τεκμηρίωση του περιεχομένου του.
Philothei Benizelou was a unique figure in Turkish-ruled Athens of the second
half of the 16th century, the offspring of a noble family with a strong personality
who devoted herself to monasticism and was particularly active in philanthropic
and social work. The recognition of her holiness by the Patriarchate of
Constantinople just a few years after her death and the echoes of her rich body
of work contributed to the creation of legends and traditions surrounding her
life and work. These combine with surviving contemporary historical sources
to compose the mosaic by which Philothei may be placed within her historic
dimensions. Through the process of piecing together historical truth, the portrait
of a personality is revealed that even today, so many centuries after her
death, does not cease to surprise us...
This study was written in the light of the founding of a new museum within the Benizelos Mansion, in Athens, for the documentation of its content.
Draft for the 23rd International Congress of Byzantine Studies, Belgrade, 22-27 August 2016 (Roun... more Draft for the 23rd International Congress of Byzantine Studies, Belgrade, 22-27 August 2016 (Round Table “Les frontières et les limites du Patriarcat de Constantinople”, Conveners: Marie-Hélène Blanchet, Dan Ioan Mureşan)
Αφετηρία για τη συγγραφή του άρθρου στάθηκε η απόπειρα χρονολόγησης γράμματος του πατριάρχη Ιερεμ... more Αφετηρία για τη συγγραφή του άρθρου στάθηκε η απόπειρα χρονολόγησης γράμματος του πατριάρχη Ιερεμία Β΄ (1572-1579, 1580-1584, 1587-1595), το κείμενο του οποίου παραδίδεται χωρίς χρονολογία από αντίγραφο του πρωτοτύπου. Η απόπειρα για τη χρονολόγηση εστιάζεται σε ένα εσωτερικό τεκμήριο αποφασιστικής σημασίας: ο Ιερεμίας Β΄ προειδοποιεί τους αρχιερείς τους οποίους καλεί να προσέλθουν σε σύνοδο στη Θεσσαλονίκη ότι σε περίπτωση που δεν είναι συνεπείς κατά την εκπλήρωση των οικονομικών τους υποχρεώσεων απειλούνται ρητά με την ποινή της καθαίρεσης. Επισημαίνεται ότι η ασυνέπεια σε φορολογικού τύπου υποχρεώσεις αναφέρεται ρητά για πρώτη φορά ως λόγος καθαίρεσης των αρχιερέων σε επίσημο κείμενο κανονιστικού χαρακτήρα (συνοδικό τόμο) το 1593, γεγονός καινοφανές από την άποψη του εκκλησιαστικού δικαίου, καθώς οι πράξεις που επέσυραν ως τότε την εν λόγω ποινή ήταν πνευματικά και ηθικά παραπτώματα. Η μελέτη εξετάζει την περίοδο κυοφορίας που προηγήθηκε της επίσημης θεσμοθέτησης του νέου λόγου καθαίρεσης, περίοδο που η αφετηρία της τοποθετείται στο 1474, έτος κατά το οποίο καθιερώθηκε η νέα φορολογική υποχρέωση του πατριάρχη προς τον σουλτάνο, το ετήσιον «τέλος» ή «χαράτζιον», και οι αρχιερείς ανέλαβαν να την καταβάλλουν στον πατριάρχη από κοινού. Επίσης παρουσιάζεται η εμβέλεια του νέου αυτού μέτρου εξαναγκασμού από το 1593 ως τα τέλη του 17ου αιώνα, ενώ παράλληλα εντοπίζεται ότι πραγματοποιήθηκε ένα είδος προσαρμογής της ποινής της καθαίρεσης στις νέες, οικονομικού χαρακτήρα αναγκαιότητες της μεταβυζαντινής περιόδου, που μετρίασε στην πράξη την αυστηρότητα που χαρακτήριζε παλαιότερα την εκκλησιαστική αυτή ποινή. Με βάση τη διεξοδική αυτή παρουσίαση καθώς και άλλα τεκμήρια, υποστηρίζεται ότι το γράμμα του Ιερεμία Β΄ χρονολογείται στο φθινόπωρο του 1594.
La nouvelle ère inaugurée en 1453 fut marquée par une étape décisive pour les chrétiens orthodoxe... more La nouvelle ère inaugurée en 1453 fut marquée par une étape décisive pour les chrétiens orthodoxes d’Orient: la reconstitution du Patriarcat de Constantinople en 1454. Le Patriarcat ne fut pas la seule institution byzantine à survivre à la conquête ottomane. Les centres monastiques byzantins furent, eux aussi, obligés de s’adapter aux conditions politiques nouvelles. Dans la seconde moitié du XVe siècle, les centres monastiques qui entretiennent des contacts avec le Patriarcat sont peu nombreux. Leurs relations varient sous l’influence de facteurs qui ne sont pas exclusivement institutionnels. En ce qui concerne les monastères nouveaux, qui sont fondés ou reconstruits pendant la première période postbyzantine, leurs relations avec le centre administratif de l’Église orthodoxe sont initialement rares. Les fondateurs et les représentants des moines demandent la protection patriarcale ou la confirmation officielle de leurs règlements et testaments ktétoriques (de fondation), mais ils désirent que leurs monastères se trouvent sous la juridiction de l’évêque local. Or, la plupart d’entre eux vont, tôt ou tard, se placer sous la juridiction directe du Patriarcat, sur requête de leurs représentants. On constate que le statut de la stavropégie patriarcale devient de plus en plus souhaitable pour les fondateurs et pour les communautés monastiques elles-mêmes, pour des raisons diverses. C’est un phénomène qui s’intensifie au cours de la seconde moitié du XVIe siècle.
Η μελέτη αναφέρεται σε ένα φαινομενικά παράδοξο της διπλωματικής, την παρουσία δηλαδή της υπογραφ... more Η μελέτη αναφέρεται σε ένα φαινομενικά παράδοξο της διπλωματικής, την παρουσία δηλαδή της υπογραφής του πατριάρχη Αλεξανδρείας Σιλβέστρου σε γράμματα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως για τις μονές Λειμώνος και Μυρσινιωτίσσης στη Λέσβο (των ετών 1527, 1531 και 1540) πολύ πριν από την ανάρρησή του στον πατριαρχικό θρόνο Αλεξανδρείας, η οποία τοποθετείται γύρω στο 1565-1569. Εντοπίζεται ότι το μυστήριο λύνει πολύ αργότερα ο ίδιος ο Σίλβεστρος, ο οποίος σε δικό του σιγιλλιώδες γράμμα του Φεβρουαρίου του 1575 αναφέρει ότι υπέγραψε εκ των υστέρων γράμματα που είχαν εκδοθεί στο παρελθόν από τους πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως για τα δύο αυτά μοναστήρια. Παράλληλα το άρθρο επιχειρεί να ερμηνεύσει ανάλογα ζητήματα που θέτει η παρουσία της υπογραφής ενός άλλου πατριάρχη, του Αντιοχείας Ιωακείμ, στα ίδια έγγραφα καθώς και σε τρία σιγίλλια του Σιλβέστρου. Μέσα από τη διεξοδική διερεύνηση των εγγράφων που φέρουν την εν λόγω υπογραφή σε συσχετισμό με τις σωζόμενες μαρτυρίες για τους πατριάρχες Αντιοχείας κατά τον 16ο αιώνα, προκύπτει το συμπέρασμα ότι τέσσερα από αυτά τα υπέγραψε εκ των υστέρων ο Ιωακείμ που κατείχε το θρόνο Αντιοχείας το 1590, χωρίς ωστόσο να μπορεί να εντοπιστεί το νήμα που συνδέει τον συγκεκριμένο πατριάρχη με τα σιγίλλια των δύο μοναστηριών της Λέσβου.
Η μελέτη ασχολείται με αφιερώσεις περιουσιακών στοιχείων που γίνονται προς τα μοναστήρια της Σάμο... more Η μελέτη ασχολείται με αφιερώσεις περιουσιακών στοιχείων που γίνονται προς τα μοναστήρια της Σάμου κατά τους 17ο-19ο αιώνες με όρο την παροχή ειδών διατροφής ή και στέγης από τη μονή προς τον αφιερωτή. Η πρακτική αυτή συσχετίζεται με το θεσμό του «αδελφάτου», ο οποίος γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη κατά τους 14ο και 15ο αιώνες. Εξετάζεται το τυπικό των αφιερωτηρίων εγγράφων της Σάμου, τα είδη που αφιερώνονται και οι «αντιπαροχές» του μοναστηριού και διερευνώνται οι ανάγκες που εξυπηρετεί η εν λόγω αφιερωτική πρακτική, η οποία εντοπίζεται και σε μοναστήρια άλλων περιοχών κατά το ίδιο χρονικό διάστημα. Πρόκειται για μία ακόμη όψη της αλληλεξάρτησης που αναπτύσσεται μεταξύ των μοναστηριών και του κοινωνικού τους περίγυρου, μέσω της οποίας τα μοναστήρια καλύπτουν ανάγκες που δεν προβλέπονται από άλλους θεσμούς της εποχής, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την κυρίαρχη θέση τους στην τοπική κοινωνία των χριστιανών.
Η μελέτη φέρνει στο φως ένα νέο εύρημα, μια χειρόγραφη απόδειξη είσπραξης συνδρομών του 1847 για ... more Η μελέτη φέρνει στο φως ένα νέο εύρημα, μια χειρόγραφη απόδειξη είσπραξης συνδρομών του 1847 για την Ακολουθία του Αγίου Σπυρίδωνος, που εκδόθηκε στην Κέρκυρα το ίδιο έτος. Πρόκειται για ένα από τα λιγοστά τεκμήρια που έχουν σωθεί για τα διαδοχικά στάδια της διαδικασίας εγγραφής συνδρομητών, παρά το γεγονός ότι η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τα μέσα περίπου του 18ου ως τα τέλη του 19ου αιώνα, διευκολύνοντας την έκδοση και διακίνηση του ελληνικού βιβλίου και προσφέροντας μια εξαιρετικής σημασίας ιστορική πηγή για τη μελέτη της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και την έρευνα των συλλογικών τάσεων και νοοτροπιών του νεοελληνικού αναγνωστικού κοινού: τους καταλόγους συνδρομητών. Δημοσιεύεται και σχολιάζεται το κείμενο της απόδειξης του 1847 και παράλληλα παρουσιάζονται πρόσθετα στοιχεία για την έκδοση της Ακολουθίας, που σε συνδυασμό με την απόδειξη φωτίζουν κάποιες πτυχές της ιστορίας αυτού του έντυπου βιβλίου.
37ο Επιμορφωτικό Σεμινάριο Ξεναγών
Ο "Κλασικός Γύρος". Βυζαντινά και μεσαιωνικά μνημεία. Σύγχρονη... more 37ο Επιμορφωτικό Σεμινάριο Ξεναγών Ο "Κλασικός Γύρος". Βυζαντινά και μεσαιωνικά μνημεία. Σύγχρονη ματιά στην ιστορική Πολιτιστική Διαδρομή 16 Φεβρουαρίου 2019 Πολεμικό Μουσείο Αθηνών
Πρόδρομη παρουσίαση καταστίχου του 1768 όπου αναγράφονται εκκλησιαστικές εισφορές τις οποίες κατέ... more Πρόδρομη παρουσίαση καταστίχου του 1768 όπου αναγράφονται εκκλησιαστικές εισφορές τις οποίες κατέβαλλαν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως οι αρχιερείς που υπάγονταν στη δικαιοδοσία του.
H ανασύσταση του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως το 1454 επέτρεψε στους ορθόδοξους χριστιανούς πο... more H ανασύσταση του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως το 1454 επέτρεψε στους ορθόδοξους χριστιανούς που βρέθηκαν στον κλοιό της οθωμανικής κυριαρχίας να έχουν ξανά μιαν ανώτατη εκκλησιαστική αρχή και ταυτόχρονα μια θεσμική οργάνωση της κοινωνίας τους. Για να μελετηθεί αυτό το φαινόμενο και να διερευνηθούν οι πολλαπλές συνέπειες που ανέκυψαν είχαμε ανάγκη από αξιόπιστες πηγές, με πρώτα τα πεπραγμένα του ίδιου του Πατριαρχείου. Το 2013 (και σε αναθεωρημένη έκδοση το 2016) παρουσιάσαμε τα σαράντα δύο πατριαρχικά κείμενα που σώζονται από την περίοδο 1454-1498. Στον δεύτερο τόμο, που βλέπει σήμερα το φως της δημοσιότητας, παρουσιάζονται εκατόν πέντε κείμενα που χρονολογούνται από την περίοδο 1498-1565, κείμενα από τα οποία μόνο τρία σώζονται στα Αρχεία του Πατριαρχείου, τα υπόλοιπα εντοπίστηκαν σε αρχεία και βιβλιοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού. Με το δημοσίευμα αυτό η ιστορική έρευνα αποκτά ένα πολύτιμο βοήθημα, όπου ο μελετητής θα βρει συγκεντρωμένα σε εύχρηστη και έγκυρη έκδοση τα εκατόν πέντε σωζόμενα επίσημα κείμενα. Από τα κείμενα αναδύεται ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που αφορούν την εσωτερική ζωή της Eκκλησίας, κείμενα με τα οποία η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή απευθύνεται σε μοναστικά ιδρύματα, σε ορθόδοξους χριστιανούς που ζούσαν στην Οθωμανική Aυτοκρατορία, κείμενα που αφορούν τις σχέσεις της Oρθόδοξης Eκκλησίας με την ορθόδοξη κοινότητα της Βενετίας, τη μονή του Σινά ή τους ηγέτες της Ρωσίας. Ο τόμος ολοκληρώνεται με αναλυτικό ευρετήριο ονομάτων, τόπων και όρων και έναν πίνακα με τα αρχεία και τις βιβλιοθήκες όπου εντοπίστηκαν τα πρωτότυπα ή τα αντίγραφά τους. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο Ερευνητικού Προγράμματος που επιχορηγήθηκε από το Ίδρυμα Ωνάση.
The re-establishment of the Patriarchate of Constantinople in 1454 provided the Orthodox Christians within the Ottoman Empire once more with a supreme ecclesiastical authority and, at the same time, an institutional organization of their social group. The study of this phenomenon and the examination of its multiple effects required the use of reliable sources, the most fundamental of which being the acts of the Patriarchate itself. In 2013 (and in a revised edition in 2016) we presented the forty two patriarchal documents extant from the period 1454-1498. In the second volume, which is now published, one hundred five texts dating from the period 1498-1565 are presented, among which only three are found in the patriarchal Archives, with the remaining having been located in archives and libraries in Greece and abroad. This publication comes as a precious tool for historical research, in which the researcher can find the one hundred five extant texts presented in a useful and reliable edition. A wide range of issues emerges from the texts concerning the internal affairs of the Church, texts sent by the supreme ecclesiastical authority to monastic establishments, or the Orthodox Christians living in the Ottoman Empire, texts regarding the relations of the Orthodox Church with the Orthodox community of Venice, the Sinai monastery, or the leaders of Russia. The volume also contains a general index of names and terms, together with a table outlining the archives and libraries where the original documents or their copies are currently located. The publication has been realized within the framework of a Research Program funded by the Onassis Foundation.
Το σταυροπήγιο και η πατριαρχική εξαρχία έχουν ως κοινή συνισταμένη την υπαγωγή τους στη δικαιοδο... more Το σταυροπήγιο και η πατριαρχική εξαρχία έχουν ως κοινή συνισταμένη την υπαγωγή τους στη δικαιοδοσία του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, την άμεση εξάρτηση και των δύο από την πατριαρχική εξουσία. Και στις δύο περιπτώσεις η μη υπαγωγή των μοναχών και των χριστιανών κατοίκων στον τοπικό ιεράρχη δημιουργεί ιδιαίτερες συνθήκες, και η περίπτωση της μονής Γηρομερίου προσέφερε το κατάλληλο έδαφος για τη μελέτη τους, δεδομένου ότι στην ιστορική της πορεία πέρασε και από τις δύο αυτές μορφές πατριαρχικής εξάρτησης. Το Γηρομέρι δεν υπήρξε αποκλειστικά σταυροπηγιακό μοναστήρι αλλά από τις αρχές του 17ου αι. αποτέλεσε πατριαρχική εξαρχία, στην οποία υπάγονταν χριστιανικοί πληθυσμοί της γύρω περιοχής. Ο πατριάρχης εκχωρούσε κατά διαστήματα την εξαρχία Γηρομερίου σε φυσικά πρόσωπα, τα οποία εισέπρατταν από αυτήν ετήσιο εισόδημα με την ιδιότητα του καθολικού εξάρχου, ενώ την εκκλησιαστική διοίκηση ασκούσε συνήθως ο ηγούμενος του μοναστηριού. Μέσα από τη μελέτη των σωζόμενων πατριαρχικών γραμμάτων από την περίοδο 1533-1863, τα οποία έστειλαν οι κατά καιρούς πατριάρχες για να διευθετήσουν και να κατοχυρώσουν υποθέσεις και δίκαια της μονής και της εξαρχίας, αποκαλύπτεται με τρόπο ανάγλυφο η έντονη αλληλεπίδραση που αναπτύχθηκε στο πέρασμα του χρόνου μεταξύ της μονής και της τοπικής κοινωνίας των χριστιανών, ενώ έκδηλη είναι η αποδοχή από μέρους των χριστιανών κατοίκων ενός διοικητικού καθεστώτος με εξουσιαστική αρχή τον ηγούμενο του μοναστηριού, υπόλογο αποκλειστικά απέναντι στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Τα κείμενα των σαράντα πατριαρχικών γραμμάτων, που στην πλειοψηφία τους ήταν ανέκδοτα ως σήμερα, εκδίδονται σε κριτική έκδοση με σχόλια, ενώ παράλληλα δίνεται ένα ιστορικό περίγραμμα για τους οικισμούς της εξαρχίας Γηρομερίου. Στο Επίμετρο δημοσιεύονται τρία ακόμη κείμενα που αφορούν το Γηρομέρι. Το βιβλίο περιλαμβάνει, τέλος, γενικό ευρετήριο προσώπων, τόπων και όρων, πανομοιότυπα ορισμένων από τα εκδιδόμενα κείμενα καθώς και χάρτες της περιοχής.
The stauropegion and the patriarchal exarchy have a common point, their submission to the jurisdiction of the Patriarch of Constantinople, their direct dependence on patriarchal power. In both cases, the fact that the monks and the Christian inhabitants are not placed under the local prelate creates special circumstances, and the case of the monastery of Geromeri offered the suitable ground for their study, as during its historic course it went through both these forms of patriarchal dependence. Geromeri was not exclusively a stauropegion; from the early 17th century it became a patriarchal exarchy, under which the Christian populations of the surrounding region were placed. From time to time the Patriarch assigned the exarchy of Geromeri to individuals, who thus earned an annual income in their capacity as katholikoi exarchoi, while the ecclesiastical administration was usually exercised by the abbot of the monastery. The study of the patriarchal letters extant from the period 1533-1863, which were sent by various Patriarchs in order to settle and confirm affairs and rights of the monastery and the exarchy, reveals the strong interaction that developed in the course of time between the monastery and the local society of Christians. Meanwhile, the Christian inhabitants appear to accept an administrative system with the abbot of the monastery as the ruling authority, directly responsible to the Patriarch of Constantinople. The texts of the forty letters, unpublished in majority until today, are presented in a critical, commentated edition, together with a historical outline for the settlements of the exarchy of Geromeri. Three more texts regarding Geromeri are also published in the Addendum. Finally, the book contains a general index of persons, places and terms, facsimiles of a number of the edited texts, as well as maps of the region.
Στα μέσα του 16ου αιώνα το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως συγκρότησε μια νομική συναγωγή την οποί... more Στα μέσα του 16ου αιώνα το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως συγκρότησε μια νομική συναγωγή την οποία ονόμασε το «Νόμιμον της Μεγάλης Εκκλησίας». Ένα μεγάλο μέρος του χειρογράφου που παρέδιδε το πρωτότυπο του «Νομίμου της Μεγάλης Εκκλησίας» εντοπίστηκε στη βιβλιοθήκη της μονής Τιμίου Σταυρού της Σάμου, ένα τμήμα του στο Τμήμα χειρογράφων της Bibliothèque Nationale de France στο Παρίσι και τέσσερα φύλλα του στην Αθήνα. Όλο αυτό το υλικό ανασυγκροτήθηκε, φωτογραφήθηκε και η διαταραγμένη σειρά των φύλλων του σώματος του χειρογράφου αποκαταστάθηκε. Στον πρώτο τόμο της μελέτης (2008), ο Δημ. Γ. Αποστολόπουλος παρουσίασε το ιστορικό της δημιουργίας αυτού του άγνωστου ιστορικού τεκμηρίου, κατέγραψε τις περιπέτειες που γνώρισε το χειρόγραφο μετά την απομάκρυνσή του περί το 1593 από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και αναπαρήγαγε, σε πανομοιότυπη μορφή και στις φυσικές του διαστάσεις, τα σωζόμενα εκατόν πενήντα φύλλα του. Το 2010 ο Δημ. Γ. Αποστολόπουλος, σε συνεργασία με τη Μάχη Παΐζη-Αποστολοπούλου και τη Γιούλη Ευαγγέλου, δημοσίευσε τον δεύτερο τόμο του Νομίμου της Μεγάλης Εκκλησίας, ο οποίος περιλαμβάνει αφενός το κείμενο του χειρογράφου σε πιστή μεταγραφή με τυπογραφικά στοιχεία και αφετέρου τη φιλολογική ταυτότητα των περιεχομένων του. Κατά τη μεταγραφή χρησιμοποιήθηκε ενιαία γραμματοσειρά για όλα τα κείμενα που συσταχώθηκαν το 1564 και για όσα καταχωρίστηκαν στο «Νόμιμον» μετά το 1564 και για όσο διάστημα γνωρίζουμε πως βρισκόταν σε επίσημη χρήση στο Πατριαρχείο, καθώς και για τα παρασελίδια σημειώματα, εφόσον είναι γραμμένα από τους αρχικούς γραφείς. Αντίθετα, για τις προσθήκες που επέφερε στα κείμενα που συμπιλήθηκαν ο Ιέραξ, ο οφφικιάλιος του Πατριαρχείου ο οποίος ανέλαβε να συγκροτήσει το «Νόμιμον», όπως και για τις σημειώσεις του ή τα σχόλιά του που υπάρχουν στα περιθώρια της συλλογής, χρησιμοποιήθηκε μια άλλη γραμματοσειρά προκειμένου να διακριθούν από τα κυρίως περιεχόμενα της συλλογής. Μεταγενέστερα σημειώματα και σχόλια που γράφτηκαν μετά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα δεν συμπεριελήφθησαν στη μεταγραφή. Κατά τη μεταγραφή αποδόθηκε πιστά το κείμενο του πρωτοτύπου, με στόχο να έχει ο αναγνώστης την ίδια ακριβώς εικόνα, με τα λάθη και τις τυχόν παραλείψεις. Προστέθηκε μόνο στιχαρίθμηση για να είναι εύκολη η παραπομπή.
"Early Modern Religious Dynamics. Orthodox Church History Contexts". Workshop organised by Ioanni... more "Early Modern Religious Dynamics. Orthodox Church History Contexts". Workshop organised by Ioannis Kyriakantonakis in collaboration with the Hellenic Institute of Byzantine and Post-Byzantine Studies of Venice, 18/02/2021
Around 1571 an Athenian noblewoman, Philothei Benizelou, established the nunnery of Haghios Andre... more Around 1571 an Athenian noblewoman, Philothei Benizelou, established the nunnery of Haghios Andreas in the heart of Ottoman Athens. Twelve years later, in 1583, she sent the monk Serapheim Pangalos to Venice to represent the monastery before the Venetian authorities and to submit her request for financial support. Along with Philothei’s solicitation, Serapheim also submitted a report to the Doge, where he stated, among other things, that Philothei was following the religious order of the Capuchins in her monastery: “servando la regola di scapucini”. A few years later (in the end of the century) the Orthodox Church recognized Philothei as a saint. In my paper I investigate the meaning and historical context of Serapheim’s intriguing formulation. Specifically, I examine the history of Haghios Andreas’ nunnery during the last decades of 16th century as documented by contemporary and later sources, detecting particular aspects of Philothei’s monastic activity that were similar to practices of Latin Monasticism.
Ο θεσμός του ορθόδοξου μοναχισμού γνώρισε αξιοσημείωτη άνθηση κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα στα... more Ο θεσμός του ορθόδοξου μοναχισμού γνώρισε αξιοσημείωτη άνθηση κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το φαινόμενο, ωστόσο, αυτό δεν εκδηλώθηκε παντού με την ίδια ένταση, καθώς σε αρκετές περιοχές σημειώθηκε ένα «κύμα» ίδρυσης νέων και ανακαίνισης παλαιών ορθόδοξων χριστιανικών μοναστηριών, ενώ σε άλλες η σχετική δραστηριότητα ήταν πιο περιορισμένη. Στη μελέτη παρουσιάζονται τρεις περιπτώσεις, η περιφέρεια του καζά Αθηνών, το νησί της Άνδρου, και οι δύο με αξιοσημείωτη δραστηριότητα ίδρυσης και ανακαίνισης, και η Κωνσταντινούπολη με την ενδοχώρα της, όπου τα σχετικά παραδείγματα είναι ευάριθμα. Μέσα από τη συγκριτική εξέταση των τριών αυτών περιοχών αναδεικνύονται ορισμένοι παράγοντες που επέδρασαν θετικά ή αρνητικά και συνέβαλαν στην κατά τόπους διακύμανση του φαινομένου.
Since the late 19th century, it has been widely known that the cod. Baroccianus 216 preserved in f. 62 a patriarchal act sent by the Patriarch Jeremias I to the Orthodox Christians of Crete in May 1541. Through his letter the Patriarch reprimanded them for allowing the participation of more than one godparent in the holy sacrament of baptism. This practice had been banned by the Patriarch himself ten years earlier. Spyridon Lambros and Gennadios Arabatzoglou, who published the text of the letter found in the manuscript, believed initially that it was a copy of the original patriarchal act. The folio of the manuscript preserving the letter is no longer extant. Based on the codicological study of the ff. [59a]-69, the photographic reproduction of f. 62 –the only surviving evidence of its form after its loss– and on palaeographical observations, the authors of the present article have come to the conclusion that f. 62 was the original document sent by the Patriarch to the Orthodox population of Crete, which was later bound together with the manuscript. The text of the letter is now presented in a critical edition by the authors. At the same time, they have detected the presence of the 16th-century prolific scholar and scribe Andreas Donos in this part of the manuscript. The identification of the scribe as well as his capacity as the Patriarch’s procurator enabled the authors to explain the role played by Donos in the formation of this section and to justify the presence of an original patriarchal document in the manuscript Baroccianus 216.
Christian GASTGEBER - Ekaterini MITSIOU - Johannes PREISER-KAPELLER - Vratislav ZERVAN (Eds.), The Patriarchate of Constantinople in Context and Comparison. Proceedings of the International Conference Vienna, September 12th - 15th 2012, Vienna 2017,
In this paper I present a discovery in the Post-Byzantine Register of the Patriarchate of Constan... more In this paper I present a discovery in the Post-Byzantine Register of the Patriarchate of Constantinople, namely the “Ἱερὸς Κῶδιξ”: it is a financial register of annual contributions deposited with the Patriarchate in the early nineteenth century (October 1804) by stauropegial monasteries.
Ιστοσελίδα του Αρχοντικού Μπενιζέλων: http://archontiko-mpenizelon.gr/wp-content/uploads/2016/02/Osia-Philothei.pdf (Web page of the Benizelos Mansion: http://archontiko-mpenizelon.gr/wp-content/uploads/2016/02/Saint-Philothei.pdf)
Η Φιλοθέη Μπενιζέλου υπήρξε μια ξεχωριστή φυσιογνωμία στην τουρκοκρατούμενη
Αθήνα του δεύτερου μ... more Η Φιλοθέη Μπενιζέλου υπήρξε μια ξεχωριστή φυσιογνωμία στην τουρκοκρατούμενη
Αθήνα του δεύτερου μισού του 16ου αιώνα, γόνος αρχοντικής
οικογένειας με έντονη προσωπικότητα, που αφιερώθηκε στο μοναχισμό
αναπτύσσοντας παράλληλα πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση.
Η αναγνώρισή της από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως οσίας
λίγα χρόνια μετά το θάνατό της και ο απόηχος του πλούσιου έργου της
συνέβαλαν στο να δημιουργηθούν θρύλοι και παραδόσεις, που σε συνδυασμό
με τις σωζόμενες ιστορικές πηγές της εποχής συνθέτουν το ψηφιδωτό
μέσα από το οποίο ο μελετητής καλείται να τοποθετήσει τη Φιλοθέη στις
ιστορικές της διαστάσεις. Μέσα από τη διαδικασία ανεύρεσης της ιστορικής
αλήθειας, αναδεικνύεται το πορτραίτο μιας προσωπικότητας που
ακόμη και σήμερα, τόσους αιώνες μετά το θάνατό της, δεν παύει να μας
εκπλήσσει...
Η μελέτη εκπονήθηκε στο πλαίσιο της οργάνωσης του νέου μουσειακού χώρου που στεγάζεται στο Αρχοντικό Μπενιζέλων, στην Αθήνα, για την τεκμηρίωση του περιεχομένου του.
Philothei Benizelou was a unique figure in Turkish-ruled Athens of the second
half of the 16th century, the offspring of a noble family with a strong personality
who devoted herself to monasticism and was particularly active in philanthropic
and social work. The recognition of her holiness by the Patriarchate of
Constantinople just a few years after her death and the echoes of her rich body
of work contributed to the creation of legends and traditions surrounding her
life and work. These combine with surviving contemporary historical sources
to compose the mosaic by which Philothei may be placed within her historic
dimensions. Through the process of piecing together historical truth, the portrait
of a personality is revealed that even today, so many centuries after her
death, does not cease to surprise us...
This study was written in the light of the founding of a new museum within the Benizelos Mansion, in Athens, for the documentation of its content.
Draft for the 23rd International Congress of Byzantine Studies, Belgrade, 22-27 August 2016 (Roun... more Draft for the 23rd International Congress of Byzantine Studies, Belgrade, 22-27 August 2016 (Round Table “Les frontières et les limites du Patriarcat de Constantinople”, Conveners: Marie-Hélène Blanchet, Dan Ioan Mureşan)
Αφετηρία για τη συγγραφή του άρθρου στάθηκε η απόπειρα χρονολόγησης γράμματος του πατριάρχη Ιερεμ... more Αφετηρία για τη συγγραφή του άρθρου στάθηκε η απόπειρα χρονολόγησης γράμματος του πατριάρχη Ιερεμία Β΄ (1572-1579, 1580-1584, 1587-1595), το κείμενο του οποίου παραδίδεται χωρίς χρονολογία από αντίγραφο του πρωτοτύπου. Η απόπειρα για τη χρονολόγηση εστιάζεται σε ένα εσωτερικό τεκμήριο αποφασιστικής σημασίας: ο Ιερεμίας Β΄ προειδοποιεί τους αρχιερείς τους οποίους καλεί να προσέλθουν σε σύνοδο στη Θεσσαλονίκη ότι σε περίπτωση που δεν είναι συνεπείς κατά την εκπλήρωση των οικονομικών τους υποχρεώσεων απειλούνται ρητά με την ποινή της καθαίρεσης. Επισημαίνεται ότι η ασυνέπεια σε φορολογικού τύπου υποχρεώσεις αναφέρεται ρητά για πρώτη φορά ως λόγος καθαίρεσης των αρχιερέων σε επίσημο κείμενο κανονιστικού χαρακτήρα (συνοδικό τόμο) το 1593, γεγονός καινοφανές από την άποψη του εκκλησιαστικού δικαίου, καθώς οι πράξεις που επέσυραν ως τότε την εν λόγω ποινή ήταν πνευματικά και ηθικά παραπτώματα. Η μελέτη εξετάζει την περίοδο κυοφορίας που προηγήθηκε της επίσημης θεσμοθέτησης του νέου λόγου καθαίρεσης, περίοδο που η αφετηρία της τοποθετείται στο 1474, έτος κατά το οποίο καθιερώθηκε η νέα φορολογική υποχρέωση του πατριάρχη προς τον σουλτάνο, το ετήσιον «τέλος» ή «χαράτζιον», και οι αρχιερείς ανέλαβαν να την καταβάλλουν στον πατριάρχη από κοινού. Επίσης παρουσιάζεται η εμβέλεια του νέου αυτού μέτρου εξαναγκασμού από το 1593 ως τα τέλη του 17ου αιώνα, ενώ παράλληλα εντοπίζεται ότι πραγματοποιήθηκε ένα είδος προσαρμογής της ποινής της καθαίρεσης στις νέες, οικονομικού χαρακτήρα αναγκαιότητες της μεταβυζαντινής περιόδου, που μετρίασε στην πράξη την αυστηρότητα που χαρακτήριζε παλαιότερα την εκκλησιαστική αυτή ποινή. Με βάση τη διεξοδική αυτή παρουσίαση καθώς και άλλα τεκμήρια, υποστηρίζεται ότι το γράμμα του Ιερεμία Β΄ χρονολογείται στο φθινόπωρο του 1594.
La nouvelle ère inaugurée en 1453 fut marquée par une étape décisive pour les chrétiens orthodoxe... more La nouvelle ère inaugurée en 1453 fut marquée par une étape décisive pour les chrétiens orthodoxes d’Orient: la reconstitution du Patriarcat de Constantinople en 1454. Le Patriarcat ne fut pas la seule institution byzantine à survivre à la conquête ottomane. Les centres monastiques byzantins furent, eux aussi, obligés de s’adapter aux conditions politiques nouvelles. Dans la seconde moitié du XVe siècle, les centres monastiques qui entretiennent des contacts avec le Patriarcat sont peu nombreux. Leurs relations varient sous l’influence de facteurs qui ne sont pas exclusivement institutionnels. En ce qui concerne les monastères nouveaux, qui sont fondés ou reconstruits pendant la première période postbyzantine, leurs relations avec le centre administratif de l’Église orthodoxe sont initialement rares. Les fondateurs et les représentants des moines demandent la protection patriarcale ou la confirmation officielle de leurs règlements et testaments ktétoriques (de fondation), mais ils désirent que leurs monastères se trouvent sous la juridiction de l’évêque local. Or, la plupart d’entre eux vont, tôt ou tard, se placer sous la juridiction directe du Patriarcat, sur requête de leurs représentants. On constate que le statut de la stavropégie patriarcale devient de plus en plus souhaitable pour les fondateurs et pour les communautés monastiques elles-mêmes, pour des raisons diverses. C’est un phénomène qui s’intensifie au cours de la seconde moitié du XVIe siècle.
Η μελέτη αναφέρεται σε ένα φαινομενικά παράδοξο της διπλωματικής, την παρουσία δηλαδή της υπογραφ... more Η μελέτη αναφέρεται σε ένα φαινομενικά παράδοξο της διπλωματικής, την παρουσία δηλαδή της υπογραφής του πατριάρχη Αλεξανδρείας Σιλβέστρου σε γράμματα του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως για τις μονές Λειμώνος και Μυρσινιωτίσσης στη Λέσβο (των ετών 1527, 1531 και 1540) πολύ πριν από την ανάρρησή του στον πατριαρχικό θρόνο Αλεξανδρείας, η οποία τοποθετείται γύρω στο 1565-1569. Εντοπίζεται ότι το μυστήριο λύνει πολύ αργότερα ο ίδιος ο Σίλβεστρος, ο οποίος σε δικό του σιγιλλιώδες γράμμα του Φεβρουαρίου του 1575 αναφέρει ότι υπέγραψε εκ των υστέρων γράμματα που είχαν εκδοθεί στο παρελθόν από τους πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως για τα δύο αυτά μοναστήρια. Παράλληλα το άρθρο επιχειρεί να ερμηνεύσει ανάλογα ζητήματα που θέτει η παρουσία της υπογραφής ενός άλλου πατριάρχη, του Αντιοχείας Ιωακείμ, στα ίδια έγγραφα καθώς και σε τρία σιγίλλια του Σιλβέστρου. Μέσα από τη διεξοδική διερεύνηση των εγγράφων που φέρουν την εν λόγω υπογραφή σε συσχετισμό με τις σωζόμενες μαρτυρίες για τους πατριάρχες Αντιοχείας κατά τον 16ο αιώνα, προκύπτει το συμπέρασμα ότι τέσσερα από αυτά τα υπέγραψε εκ των υστέρων ο Ιωακείμ που κατείχε το θρόνο Αντιοχείας το 1590, χωρίς ωστόσο να μπορεί να εντοπιστεί το νήμα που συνδέει τον συγκεκριμένο πατριάρχη με τα σιγίλλια των δύο μοναστηριών της Λέσβου.
Η μελέτη ασχολείται με αφιερώσεις περιουσιακών στοιχείων που γίνονται προς τα μοναστήρια της Σάμο... more Η μελέτη ασχολείται με αφιερώσεις περιουσιακών στοιχείων που γίνονται προς τα μοναστήρια της Σάμου κατά τους 17ο-19ο αιώνες με όρο την παροχή ειδών διατροφής ή και στέγης από τη μονή προς τον αφιερωτή. Η πρακτική αυτή συσχετίζεται με το θεσμό του «αδελφάτου», ο οποίος γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη κατά τους 14ο και 15ο αιώνες. Εξετάζεται το τυπικό των αφιερωτηρίων εγγράφων της Σάμου, τα είδη που αφιερώνονται και οι «αντιπαροχές» του μοναστηριού και διερευνώνται οι ανάγκες που εξυπηρετεί η εν λόγω αφιερωτική πρακτική, η οποία εντοπίζεται και σε μοναστήρια άλλων περιοχών κατά το ίδιο χρονικό διάστημα. Πρόκειται για μία ακόμη όψη της αλληλεξάρτησης που αναπτύσσεται μεταξύ των μοναστηριών και του κοινωνικού τους περίγυρου, μέσω της οποίας τα μοναστήρια καλύπτουν ανάγκες που δεν προβλέπονται από άλλους θεσμούς της εποχής, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την κυρίαρχη θέση τους στην τοπική κοινωνία των χριστιανών.
Η μελέτη φέρνει στο φως ένα νέο εύρημα, μια χειρόγραφη απόδειξη είσπραξης συνδρομών του 1847 για ... more Η μελέτη φέρνει στο φως ένα νέο εύρημα, μια χειρόγραφη απόδειξη είσπραξης συνδρομών του 1847 για την Ακολουθία του Αγίου Σπυρίδωνος, που εκδόθηκε στην Κέρκυρα το ίδιο έτος. Πρόκειται για ένα από τα λιγοστά τεκμήρια που έχουν σωθεί για τα διαδοχικά στάδια της διαδικασίας εγγραφής συνδρομητών, παρά το γεγονός ότι η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τα μέσα περίπου του 18ου ως τα τέλη του 19ου αιώνα, διευκολύνοντας την έκδοση και διακίνηση του ελληνικού βιβλίου και προσφέροντας μια εξαιρετικής σημασίας ιστορική πηγή για τη μελέτη της κοινωνικής διαστρωμάτωσης και την έρευνα των συλλογικών τάσεων και νοοτροπιών του νεοελληνικού αναγνωστικού κοινού: τους καταλόγους συνδρομητών. Δημοσιεύεται και σχολιάζεται το κείμενο της απόδειξης του 1847 και παράλληλα παρουσιάζονται πρόσθετα στοιχεία για την έκδοση της Ακολουθίας, που σε συνδυασμό με την απόδειξη φωτίζουν κάποιες πτυχές της ιστορίας αυτού του έντυπου βιβλίου.
37ο Επιμορφωτικό Σεμινάριο Ξεναγών
Ο "Κλασικός Γύρος". Βυζαντινά και μεσαιωνικά μνημεία. Σύγχρονη... more 37ο Επιμορφωτικό Σεμινάριο Ξεναγών Ο "Κλασικός Γύρος". Βυζαντινά και μεσαιωνικά μνημεία. Σύγχρονη ματιά στην ιστορική Πολιτιστική Διαδρομή 16 Φεβρουαρίου 2019 Πολεμικό Μουσείο Αθηνών
Πρόδρομη παρουσίαση καταστίχου του 1768 όπου αναγράφονται εκκλησιαστικές εισφορές τις οποίες κατέ... more Πρόδρομη παρουσίαση καταστίχου του 1768 όπου αναγράφονται εκκλησιαστικές εισφορές τις οποίες κατέβαλλαν στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως οι αρχιερείς που υπάγονταν στη δικαιοδοσία του.
Μεγάλα μοναστικά κέντρα της Ορθοδοξίας: Ιστορία και Έρευνα
Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ί... more Μεγάλα μοναστικά κέντρα της Ορθοδοξίας: Ιστορία και Έρευνα Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών 26 Μαρτίου 2024
Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών, 565η Επέτειος της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης
Ημερίδ... more Οικουμενική Ομοσπονδία Κωνσταντινουπολιτών, 565η Επέτειος της Άλωσης της Κωνσταντινούπολης Ημερίδα "Τα 30 χρόνια μετά από την Άλωση" 2 Ιουνίου 2018 Πνευματικό Κέντρο Κωνσταντινουπολιτών
In the period following the Fourth Crusade, the monasteries of the Orthodox tradition adapted to ... more In the period following the Fourth Crusade, the monasteries of the Orthodox tradition adapted to the profoundly changed political and economic conditions, while Western Religious Orders spread in erstwhile Byzantine territories. Scholarship on Orthodox and Latin monasteries in the late medieval Eastern Mediterranean has been thriving in the last years. However, owing to the traditional division between East and West and the compartmentalisation of research, the two types of monastic establishments are usually studied in isolation from each other even though they co-existed in time and space, and scholars regularly encounter areas of contact and osmosis. The NHRF Conference seeks to move away from this trend and proposes a comprehensive and comparative examination of Eastern Mediterranean monasticism during the period all the way to the consolidation of Ottoman power in the Eastern Mediterranean.
Uploads
BOOKS by Youli Evangelou
Το 2013 (και σε αναθεωρημένη έκδοση το 2016) παρουσιάσαμε τα σαράντα δύο πατριαρχικά κείμενα που σώζονται από την περίοδο 1454-1498. Στον δεύτερο τόμο, που βλέπει σήμερα το φως της δημοσιότητας, παρουσιάζονται εκατόν πέντε κείμενα που χρονολογούνται από την περίοδο 1498-1565, κείμενα από τα οποία μόνο τρία σώζονται στα Αρχεία του Πατριαρχείου, τα υπόλοιπα εντοπίστηκαν σε αρχεία και βιβλιοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Με το δημοσίευμα αυτό η ιστορική έρευνα αποκτά ένα πολύτιμο βοήθημα, όπου ο μελετητής θα βρει συγκεντρωμένα σε εύχρηστη και έγκυρη έκδοση τα εκατόν πέντε σωζόμενα επίσημα κείμενα. Από τα κείμενα αναδύεται ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που αφορούν την εσωτερική ζωή της Eκκλησίας, κείμενα με τα οποία η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή απευθύνεται σε μοναστικά ιδρύματα, σε ορθόδοξους χριστιανούς που ζούσαν στην Οθωμανική Aυτοκρατορία, κείμενα που αφορούν τις σχέσεις της Oρθόδοξης Eκκλησίας με την ορθόδοξη κοινότητα της Βενετίας, τη μονή του Σινά ή τους ηγέτες της Ρωσίας. Ο τόμος ολοκληρώνεται με αναλυτικό ευρετήριο ονομάτων, τόπων και όρων και έναν πίνακα με τα αρχεία και τις βιβλιοθήκες όπου εντοπίστηκαν τα πρωτότυπα ή τα αντίγραφά τους. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο Ερευνητικού Προγράμματος που επιχορηγήθηκε από το Ίδρυμα Ωνάση.
The re-establishment of the Patriarchate of Constantinople in 1454 provided the Orthodox Christians within the Ottoman Empire once more with a supreme ecclesiastical authority and, at the same time, an institutional organization of their social group. The study of this phenomenon and the examination of its multiple effects required the use of reliable sources, the most fundamental of which being the acts of the Patriarchate itself.
In 2013 (and in a revised edition in 2016) we presented the forty two patriarchal documents extant from the period 1454-1498. In the second volume, which is now published, one hundred five texts dating from the period 1498-1565 are presented, among which only three are found in the patriarchal Archives, with the remaining having been located in archives and libraries in Greece and abroad.
This publication comes as a precious tool for historical research, in which the researcher can find the one hundred five extant texts presented in a useful and reliable edition. A wide range of issues emerges from the texts concerning the internal affairs of the Church, texts sent by the supreme ecclesiastical authority to monastic establishments, or the Orthodox Christians living in the Ottoman Empire, texts regarding the relations of the Orthodox Church with the Orthodox community of Venice, the Sinai monastery, or the leaders of Russia. The volume also contains a general index of names and terms, together with a table outlining the archives and libraries where the original documents or their copies are currently located. The publication has been realized within the framework of a Research Program funded by the Onassis Foundation.
Μέσα από τη μελέτη των σωζόμενων πατριαρχικών γραμμάτων από την περίοδο 1533-1863, τα οποία έστειλαν οι κατά καιρούς πατριάρχες για να διευθετήσουν και να κατοχυρώσουν υποθέσεις και δίκαια της μονής και της εξαρχίας, αποκαλύπτεται με τρόπο ανάγλυφο η έντονη αλληλεπίδραση που αναπτύχθηκε στο πέρασμα του χρόνου μεταξύ της μονής και της τοπικής κοινωνίας των χριστιανών, ενώ έκδηλη είναι η αποδοχή από μέρους των χριστιανών κατοίκων ενός διοικητικού καθεστώτος με εξουσιαστική αρχή τον ηγούμενο του μοναστηριού, υπόλογο αποκλειστικά απέναντι στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
Τα κείμενα των σαράντα πατριαρχικών γραμμάτων, που στην πλειοψηφία τους ήταν ανέκδοτα ως σήμερα, εκδίδονται σε κριτική έκδοση με σχόλια, ενώ παράλληλα δίνεται ένα ιστορικό περίγραμμα για τους οικισμούς της εξαρχίας Γηρομερίου. Στο Επίμετρο δημοσιεύονται τρία ακόμη κείμενα που αφορούν το Γηρομέρι.
Το βιβλίο περιλαμβάνει, τέλος, γενικό ευρετήριο προσώπων, τόπων και όρων, πανομοιότυπα ορισμένων από τα εκδιδόμενα κείμενα καθώς και χάρτες της περιοχής.
The stauropegion and the patriarchal exarchy have a common point, their submission to the jurisdiction of the Patriarch of Constantinople, their direct dependence on patriarchal power. In both cases, the fact that the monks and the Christian inhabitants are not placed under the local prelate creates special circumstances, and the case of the monastery of Geromeri offered the suitable ground for their study, as during its historic course it went through both these forms of patriarchal dependence. Geromeri was not exclusively a stauropegion; from the early 17th century it became a patriarchal exarchy, under which the Christian populations of the surrounding region were placed. From time to time the Patriarch assigned the exarchy of Geromeri to individuals, who thus earned an annual income in their capacity as katholikoi exarchoi, while the ecclesiastical administration was usually exercised by the abbot of the monastery.
The study of the patriarchal letters extant from the period 1533-1863, which were sent by various Patriarchs in order to settle and confirm affairs and rights of the monastery and the exarchy, reveals the strong interaction that developed in the course of time between the monastery and the local society of Christians. Meanwhile, the Christian inhabitants appear to accept an administrative system with the abbot of the monastery as the ruling authority, directly responsible to the Patriarch of Constantinople.
The texts of the forty letters, unpublished in majority until today, are presented in a critical, commentated edition, together with a historical outline for the settlements of the exarchy of Geromeri. Three more texts regarding Geromeri are also published in the Addendum.
Finally, the book contains a general index of persons, places and terms, facsimiles of a number of the edited texts, as well as maps of the region.
Το 2010 ο Δημ. Γ. Αποστολόπουλος, σε συνεργασία με τη Μάχη Παΐζη-Αποστολοπούλου και τη Γιούλη Ευαγγέλου, δημοσίευσε τον δεύτερο τόμο του Νομίμου της Μεγάλης Εκκλησίας, ο οποίος περιλαμβάνει αφενός το κείμενο του χειρογράφου σε πιστή μεταγραφή με τυπογραφικά στοιχεία και αφετέρου τη φιλολογική ταυτότητα των περιεχομένων του. Κατά τη μεταγραφή χρησιμοποιήθηκε ενιαία γραμματοσειρά για όλα τα κείμενα που συσταχώθηκαν το 1564 και για όσα καταχωρίστηκαν στο «Νόμιμον» μετά το 1564 και για όσο διάστημα γνωρίζουμε πως βρισκόταν σε επίσημη χρήση στο Πατριαρχείο, καθώς και για τα παρασελίδια σημειώματα, εφόσον είναι γραμμένα από τους αρχικούς γραφείς. Αντίθετα, για τις προσθήκες που επέφερε στα κείμενα που συμπιλήθηκαν ο Ιέραξ, ο οφφικιάλιος του Πατριαρχείου ο οποίος ανέλαβε να συγκροτήσει το «Νόμιμον», όπως και για τις σημειώσεις του ή τα σχόλιά του που υπάρχουν στα περιθώρια της συλλογής, χρησιμοποιήθηκε μια άλλη γραμματοσειρά προκειμένου να διακριθούν από τα κυρίως περιεχόμενα της συλλογής. Μεταγενέστερα σημειώματα και σχόλια που γράφτηκαν μετά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα δεν συμπεριελήφθησαν στη μεταγραφή. Κατά τη μεταγραφή αποδόθηκε πιστά το κείμενο του πρωτοτύπου, με στόχο να έχει ο αναγνώστης την ίδια ακριβώς εικόνα, με τα λάθη και τις τυχόν παραλείψεις. Προστέθηκε μόνο στιχαρίθμηση για να είναι εύκολη η παραπομπή.
PAPERS by Youli Evangelou
In my paper I investigate the meaning and historical context of Serapheim’s intriguing formulation. Specifically, I examine the history of Haghios Andreas’ nunnery during the last decades of 16th century as documented by contemporary and later sources, detecting particular aspects of Philothei’s monastic activity that were similar to practices of Latin Monasticism.
Since the late 19th century, it has been widely known that the cod. Baroccianus 216 preserved in f. 62 a patriarchal act sent by the Patriarch Jeremias I to the Orthodox Christians of Crete in May 1541. Through his letter the Patriarch reprimanded them for allowing the participation of more than one godparent in the holy sacrament of baptism. This practice had been banned by the Patriarch himself ten years earlier. Spyridon Lambros and Gennadios Arabatzoglou, who published the text of the letter found in the manuscript, believed initially that it was a copy of the original patriarchal act. The folio of the manuscript preserving the letter is no longer extant. Based on the codicological study of the ff. [59a]-69, the photographic reproduction of f. 62 –the only surviving evidence of its form after its loss– and on palaeographical observations, the authors of the present article have come to the conclusion that f. 62 was the original document sent by the Patriarch to the Orthodox population of Crete, which was later bound together with the manuscript. The text of the letter is now presented in a critical edition by the authors. At the same time, they have detected the presence of the 16th-century prolific scholar and scribe Andreas Donos in this part of the manuscript. The identification of the scribe as well as his capacity as the Patriarch’s procurator enabled the authors to explain the role played by Donos in the formation of this section and to justify the presence of an original patriarchal document in the manuscript Baroccianus 216.
Αθήνα του δεύτερου μισού του 16ου αιώνα, γόνος αρχοντικής
οικογένειας με έντονη προσωπικότητα, που αφιερώθηκε στο μοναχισμό
αναπτύσσοντας παράλληλα πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση.
Η αναγνώρισή της από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως οσίας
λίγα χρόνια μετά το θάνατό της και ο απόηχος του πλούσιου έργου της
συνέβαλαν στο να δημιουργηθούν θρύλοι και παραδόσεις, που σε συνδυασμό
με τις σωζόμενες ιστορικές πηγές της εποχής συνθέτουν το ψηφιδωτό
μέσα από το οποίο ο μελετητής καλείται να τοποθετήσει τη Φιλοθέη στις
ιστορικές της διαστάσεις. Μέσα από τη διαδικασία ανεύρεσης της ιστορικής
αλήθειας, αναδεικνύεται το πορτραίτο μιας προσωπικότητας που
ακόμη και σήμερα, τόσους αιώνες μετά το θάνατό της, δεν παύει να μας
εκπλήσσει...
Η μελέτη εκπονήθηκε στο πλαίσιο της οργάνωσης του νέου μουσειακού χώρου που στεγάζεται στο Αρχοντικό Μπενιζέλων, στην Αθήνα, για την τεκμηρίωση του περιεχομένου του.
Philothei Benizelou was a unique figure in Turkish-ruled Athens of the second
half of the 16th century, the offspring of a noble family with a strong personality
who devoted herself to monasticism and was particularly active in philanthropic
and social work. The recognition of her holiness by the Patriarchate of
Constantinople just a few years after her death and the echoes of her rich body
of work contributed to the creation of legends and traditions surrounding her
life and work. These combine with surviving contemporary historical sources
to compose the mosaic by which Philothei may be placed within her historic
dimensions. Through the process of piecing together historical truth, the portrait
of a personality is revealed that even today, so many centuries after her
death, does not cease to surprise us...
This study was written in the light of the founding of a new museum within the Benizelos Mansion, in Athens, for the documentation of its content.
Le Patriarcat ne fut pas la seule institution byzantine à survivre à la conquête ottomane. Les centres monastiques byzantins furent, eux aussi, obligés de s’adapter aux conditions politiques nouvelles.
Dans la seconde moitié du XVe siècle, les centres monastiques qui entretiennent des contacts avec le Patriarcat sont peu nombreux. Leurs relations varient sous l’influence de facteurs qui ne sont pas exclusivement institutionnels.
En ce qui concerne les monastères nouveaux, qui sont fondés ou reconstruits pendant la première période postbyzantine, leurs relations avec le centre administratif de l’Église orthodoxe sont initialement rares. Les fondateurs et les représentants des moines demandent la protection patriarcale ou la confirmation officielle de leurs règlements et testaments ktétoriques (de fondation), mais ils désirent que leurs monastères se trouvent sous la juridiction de l’évêque local. Or, la plupart d’entre eux vont, tôt ou tard, se placer sous la juridiction directe du Patriarcat, sur requête de leurs représentants. On constate que le statut de la stavropégie patriarcale devient de plus en plus souhaitable pour les fondateurs et pour les communautés monastiques elles-mêmes, pour des raisons diverses. C’est un phénomène qui s’intensifie au cours de la seconde moitié du XVIe siècle.
TALKS by Youli Evangelou
Ο "Κλασικός Γύρος". Βυζαντινά και μεσαιωνικά μνημεία. Σύγχρονη ματιά στην ιστορική Πολιτιστική Διαδρομή
16 Φεβρουαρίου 2019
Πολεμικό Μουσείο Αθηνών
Το 2013 (και σε αναθεωρημένη έκδοση το 2016) παρουσιάσαμε τα σαράντα δύο πατριαρχικά κείμενα που σώζονται από την περίοδο 1454-1498. Στον δεύτερο τόμο, που βλέπει σήμερα το φως της δημοσιότητας, παρουσιάζονται εκατόν πέντε κείμενα που χρονολογούνται από την περίοδο 1498-1565, κείμενα από τα οποία μόνο τρία σώζονται στα Αρχεία του Πατριαρχείου, τα υπόλοιπα εντοπίστηκαν σε αρχεία και βιβλιοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Με το δημοσίευμα αυτό η ιστορική έρευνα αποκτά ένα πολύτιμο βοήθημα, όπου ο μελετητής θα βρει συγκεντρωμένα σε εύχρηστη και έγκυρη έκδοση τα εκατόν πέντε σωζόμενα επίσημα κείμενα. Από τα κείμενα αναδύεται ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που αφορούν την εσωτερική ζωή της Eκκλησίας, κείμενα με τα οποία η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή απευθύνεται σε μοναστικά ιδρύματα, σε ορθόδοξους χριστιανούς που ζούσαν στην Οθωμανική Aυτοκρατορία, κείμενα που αφορούν τις σχέσεις της Oρθόδοξης Eκκλησίας με την ορθόδοξη κοινότητα της Βενετίας, τη μονή του Σινά ή τους ηγέτες της Ρωσίας. Ο τόμος ολοκληρώνεται με αναλυτικό ευρετήριο ονομάτων, τόπων και όρων και έναν πίνακα με τα αρχεία και τις βιβλιοθήκες όπου εντοπίστηκαν τα πρωτότυπα ή τα αντίγραφά τους. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο Ερευνητικού Προγράμματος που επιχορηγήθηκε από το Ίδρυμα Ωνάση.
The re-establishment of the Patriarchate of Constantinople in 1454 provided the Orthodox Christians within the Ottoman Empire once more with a supreme ecclesiastical authority and, at the same time, an institutional organization of their social group. The study of this phenomenon and the examination of its multiple effects required the use of reliable sources, the most fundamental of which being the acts of the Patriarchate itself.
In 2013 (and in a revised edition in 2016) we presented the forty two patriarchal documents extant from the period 1454-1498. In the second volume, which is now published, one hundred five texts dating from the period 1498-1565 are presented, among which only three are found in the patriarchal Archives, with the remaining having been located in archives and libraries in Greece and abroad.
This publication comes as a precious tool for historical research, in which the researcher can find the one hundred five extant texts presented in a useful and reliable edition. A wide range of issues emerges from the texts concerning the internal affairs of the Church, texts sent by the supreme ecclesiastical authority to monastic establishments, or the Orthodox Christians living in the Ottoman Empire, texts regarding the relations of the Orthodox Church with the Orthodox community of Venice, the Sinai monastery, or the leaders of Russia. The volume also contains a general index of names and terms, together with a table outlining the archives and libraries where the original documents or their copies are currently located. The publication has been realized within the framework of a Research Program funded by the Onassis Foundation.
Μέσα από τη μελέτη των σωζόμενων πατριαρχικών γραμμάτων από την περίοδο 1533-1863, τα οποία έστειλαν οι κατά καιρούς πατριάρχες για να διευθετήσουν και να κατοχυρώσουν υποθέσεις και δίκαια της μονής και της εξαρχίας, αποκαλύπτεται με τρόπο ανάγλυφο η έντονη αλληλεπίδραση που αναπτύχθηκε στο πέρασμα του χρόνου μεταξύ της μονής και της τοπικής κοινωνίας των χριστιανών, ενώ έκδηλη είναι η αποδοχή από μέρους των χριστιανών κατοίκων ενός διοικητικού καθεστώτος με εξουσιαστική αρχή τον ηγούμενο του μοναστηριού, υπόλογο αποκλειστικά απέναντι στον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.
Τα κείμενα των σαράντα πατριαρχικών γραμμάτων, που στην πλειοψηφία τους ήταν ανέκδοτα ως σήμερα, εκδίδονται σε κριτική έκδοση με σχόλια, ενώ παράλληλα δίνεται ένα ιστορικό περίγραμμα για τους οικισμούς της εξαρχίας Γηρομερίου. Στο Επίμετρο δημοσιεύονται τρία ακόμη κείμενα που αφορούν το Γηρομέρι.
Το βιβλίο περιλαμβάνει, τέλος, γενικό ευρετήριο προσώπων, τόπων και όρων, πανομοιότυπα ορισμένων από τα εκδιδόμενα κείμενα καθώς και χάρτες της περιοχής.
The stauropegion and the patriarchal exarchy have a common point, their submission to the jurisdiction of the Patriarch of Constantinople, their direct dependence on patriarchal power. In both cases, the fact that the monks and the Christian inhabitants are not placed under the local prelate creates special circumstances, and the case of the monastery of Geromeri offered the suitable ground for their study, as during its historic course it went through both these forms of patriarchal dependence. Geromeri was not exclusively a stauropegion; from the early 17th century it became a patriarchal exarchy, under which the Christian populations of the surrounding region were placed. From time to time the Patriarch assigned the exarchy of Geromeri to individuals, who thus earned an annual income in their capacity as katholikoi exarchoi, while the ecclesiastical administration was usually exercised by the abbot of the monastery.
The study of the patriarchal letters extant from the period 1533-1863, which were sent by various Patriarchs in order to settle and confirm affairs and rights of the monastery and the exarchy, reveals the strong interaction that developed in the course of time between the monastery and the local society of Christians. Meanwhile, the Christian inhabitants appear to accept an administrative system with the abbot of the monastery as the ruling authority, directly responsible to the Patriarch of Constantinople.
The texts of the forty letters, unpublished in majority until today, are presented in a critical, commentated edition, together with a historical outline for the settlements of the exarchy of Geromeri. Three more texts regarding Geromeri are also published in the Addendum.
Finally, the book contains a general index of persons, places and terms, facsimiles of a number of the edited texts, as well as maps of the region.
Το 2010 ο Δημ. Γ. Αποστολόπουλος, σε συνεργασία με τη Μάχη Παΐζη-Αποστολοπούλου και τη Γιούλη Ευαγγέλου, δημοσίευσε τον δεύτερο τόμο του Νομίμου της Μεγάλης Εκκλησίας, ο οποίος περιλαμβάνει αφενός το κείμενο του χειρογράφου σε πιστή μεταγραφή με τυπογραφικά στοιχεία και αφετέρου τη φιλολογική ταυτότητα των περιεχομένων του. Κατά τη μεταγραφή χρησιμοποιήθηκε ενιαία γραμματοσειρά για όλα τα κείμενα που συσταχώθηκαν το 1564 και για όσα καταχωρίστηκαν στο «Νόμιμον» μετά το 1564 και για όσο διάστημα γνωρίζουμε πως βρισκόταν σε επίσημη χρήση στο Πατριαρχείο, καθώς και για τα παρασελίδια σημειώματα, εφόσον είναι γραμμένα από τους αρχικούς γραφείς. Αντίθετα, για τις προσθήκες που επέφερε στα κείμενα που συμπιλήθηκαν ο Ιέραξ, ο οφφικιάλιος του Πατριαρχείου ο οποίος ανέλαβε να συγκροτήσει το «Νόμιμον», όπως και για τις σημειώσεις του ή τα σχόλιά του που υπάρχουν στα περιθώρια της συλλογής, χρησιμοποιήθηκε μια άλλη γραμματοσειρά προκειμένου να διακριθούν από τα κυρίως περιεχόμενα της συλλογής. Μεταγενέστερα σημειώματα και σχόλια που γράφτηκαν μετά το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα δεν συμπεριελήφθησαν στη μεταγραφή. Κατά τη μεταγραφή αποδόθηκε πιστά το κείμενο του πρωτοτύπου, με στόχο να έχει ο αναγνώστης την ίδια ακριβώς εικόνα, με τα λάθη και τις τυχόν παραλείψεις. Προστέθηκε μόνο στιχαρίθμηση για να είναι εύκολη η παραπομπή.
In my paper I investigate the meaning and historical context of Serapheim’s intriguing formulation. Specifically, I examine the history of Haghios Andreas’ nunnery during the last decades of 16th century as documented by contemporary and later sources, detecting particular aspects of Philothei’s monastic activity that were similar to practices of Latin Monasticism.
Since the late 19th century, it has been widely known that the cod. Baroccianus 216 preserved in f. 62 a patriarchal act sent by the Patriarch Jeremias I to the Orthodox Christians of Crete in May 1541. Through his letter the Patriarch reprimanded them for allowing the participation of more than one godparent in the holy sacrament of baptism. This practice had been banned by the Patriarch himself ten years earlier. Spyridon Lambros and Gennadios Arabatzoglou, who published the text of the letter found in the manuscript, believed initially that it was a copy of the original patriarchal act. The folio of the manuscript preserving the letter is no longer extant. Based on the codicological study of the ff. [59a]-69, the photographic reproduction of f. 62 –the only surviving evidence of its form after its loss– and on palaeographical observations, the authors of the present article have come to the conclusion that f. 62 was the original document sent by the Patriarch to the Orthodox population of Crete, which was later bound together with the manuscript. The text of the letter is now presented in a critical edition by the authors. At the same time, they have detected the presence of the 16th-century prolific scholar and scribe Andreas Donos in this part of the manuscript. The identification of the scribe as well as his capacity as the Patriarch’s procurator enabled the authors to explain the role played by Donos in the formation of this section and to justify the presence of an original patriarchal document in the manuscript Baroccianus 216.
Αθήνα του δεύτερου μισού του 16ου αιώνα, γόνος αρχοντικής
οικογένειας με έντονη προσωπικότητα, που αφιερώθηκε στο μοναχισμό
αναπτύσσοντας παράλληλα πλούσια φιλανθρωπική και κοινωνική δράση.
Η αναγνώρισή της από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως ως οσίας
λίγα χρόνια μετά το θάνατό της και ο απόηχος του πλούσιου έργου της
συνέβαλαν στο να δημιουργηθούν θρύλοι και παραδόσεις, που σε συνδυασμό
με τις σωζόμενες ιστορικές πηγές της εποχής συνθέτουν το ψηφιδωτό
μέσα από το οποίο ο μελετητής καλείται να τοποθετήσει τη Φιλοθέη στις
ιστορικές της διαστάσεις. Μέσα από τη διαδικασία ανεύρεσης της ιστορικής
αλήθειας, αναδεικνύεται το πορτραίτο μιας προσωπικότητας που
ακόμη και σήμερα, τόσους αιώνες μετά το θάνατό της, δεν παύει να μας
εκπλήσσει...
Η μελέτη εκπονήθηκε στο πλαίσιο της οργάνωσης του νέου μουσειακού χώρου που στεγάζεται στο Αρχοντικό Μπενιζέλων, στην Αθήνα, για την τεκμηρίωση του περιεχομένου του.
Philothei Benizelou was a unique figure in Turkish-ruled Athens of the second
half of the 16th century, the offspring of a noble family with a strong personality
who devoted herself to monasticism and was particularly active in philanthropic
and social work. The recognition of her holiness by the Patriarchate of
Constantinople just a few years after her death and the echoes of her rich body
of work contributed to the creation of legends and traditions surrounding her
life and work. These combine with surviving contemporary historical sources
to compose the mosaic by which Philothei may be placed within her historic
dimensions. Through the process of piecing together historical truth, the portrait
of a personality is revealed that even today, so many centuries after her
death, does not cease to surprise us...
This study was written in the light of the founding of a new museum within the Benizelos Mansion, in Athens, for the documentation of its content.
Le Patriarcat ne fut pas la seule institution byzantine à survivre à la conquête ottomane. Les centres monastiques byzantins furent, eux aussi, obligés de s’adapter aux conditions politiques nouvelles.
Dans la seconde moitié du XVe siècle, les centres monastiques qui entretiennent des contacts avec le Patriarcat sont peu nombreux. Leurs relations varient sous l’influence de facteurs qui ne sont pas exclusivement institutionnels.
En ce qui concerne les monastères nouveaux, qui sont fondés ou reconstruits pendant la première période postbyzantine, leurs relations avec le centre administratif de l’Église orthodoxe sont initialement rares. Les fondateurs et les représentants des moines demandent la protection patriarcale ou la confirmation officielle de leurs règlements et testaments ktétoriques (de fondation), mais ils désirent que leurs monastères se trouvent sous la juridiction de l’évêque local. Or, la plupart d’entre eux vont, tôt ou tard, se placer sous la juridiction directe du Patriarcat, sur requête de leurs représentants. On constate que le statut de la stavropégie patriarcale devient de plus en plus souhaitable pour les fondateurs et pour les communautés monastiques elles-mêmes, pour des raisons diverses. C’est un phénomène qui s’intensifie au cours de la seconde moitié du XVIe siècle.
Ο "Κλασικός Γύρος". Βυζαντινά και μεσαιωνικά μνημεία. Σύγχρονη ματιά στην ιστορική Πολιτιστική Διαδρομή
16 Φεβρουαρίου 2019
Πολεμικό Μουσείο Αθηνών
Ινστιτούτο Ιστορικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
26 Μαρτίου 2024
Ημερίδα "Τα 30 χρόνια μετά από την Άλωση"
2 Ιουνίου 2018
Πνευματικό Κέντρο Κωνσταντινουπολιτών
Conference registration link: https://zoom.us/webinar/register/WN_cULOVfYUSMSXGoXH2Ii2Fw
Organising Committee
Coordinator
Zisis Melissakis, Senior Researcher, IHR, NHRF
Christine Angelidi, Research Director Emerita, IHR, NHRF
Kriton Chrysochoides, Research Director Emeritus, IHR, NHRF
Marina Koumanoudi, Senior Researcher, IHR, NHRF
Gerasimos Merianos, Senior Researcher, IHR, NHRF
Kostis Smyrlis, Associate Researcher, IHR, NHRF