Έμμα της Νορμανδίας
Έμμα της Νορμανδίας | |
---|---|
Βασίλισσα της Αγγλίας | |
Περίοδος | 1002 - καλοκαίρι 1013 3 Φεβρουαρίου 1014 - 23 Απριλίου 1016 Ιούλιος 1017 - 12 Νοεμβρίου 1035 |
Βασίλισσα της Δανίας | |
Περίοδος | 1018 - 12 Νοεμβρίου 1035 |
Βασίλισσα της Νορβηγίας | |
Περίοδος | 1028 - 12 Νοεμβρίου 1035 |
Γέννηση | 985 Νορμανδία |
Θάνατος | 6 Μαρτίου 1052 (67 ετών) Γουίντσεστερ, Βασίλειο της Αγγλίας |
Τόπος ταφής | Καθεδρικός του Γουίντσεστερ |
Σύζυγος | Έθελρεντ του Ουέσσεξ Κνούτος |
Επίγονοι | Εδουάρδος ο Ομολογητής Γκόντα Άλφρεντ Έθελινγκ Αρθακανούτος Γκουνχίλντα της Δανίας |
Οίκος | Οίκος της Νορμανδίας |
Πατέρας | Ριχάρδος Α΄ της Νορμανδίας |
Μητέρα | Γκούνορ της Νορμανδίας |
Θρησκεία | Καθολική Εκκλησία |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Η Έμμα της Νορμανδίας (Emma of Normandy, 985 – 6 Μαρτίου 1052) βασίλισσα της Δανίας, της Νορβηγίας και της Σουηδίας ήταν κόρη του δουκός της Νορμανδίας Ριχάρδου του Ισχυρού και της δεύτερης συζύγου του Γκούνορ της Νορμανδίας, αδελφή του δούκα Ριχάρδου του Καλού. Με τους γάμους της με τον Έθελρεντ του Ουέσσεξ και τον Κνούτο έγινε βασίλισσα της Αγγλίας, της Δανίας και της Νορβηγίας, ήταν η μητέρα του Εδουάρδου του Ομολογητή, του Άλφρεντ Έθελινγκ, του Αρθακανούτου, της Γκόντα της Αγγλίας και της Γκουνχίλντα της Δανίας. Μετά τον θάνατο των συζύγων της η Έμμα εξακολουθούσε να μετέχει στη δημόσια ζωή και να έχει ενεργό ρόλο στην πολιτική των γιων της, είναι κεντρικό πρόσωπο στο έργο του 11ου αιώνα "Σύνοψη της αντιβασιλείας της Έμμας" στο οποίο παρουσιάζεται σαν μια από τις μεγαλύτερες βασίλισσες του μεσαίωνα.[1]
Πρώτος γάμος με τον Έθελρεντ του Ουέσσεξ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην προσπάθεια του να κλείσει ειρήνη και να συμμαχήσει με τη Νορμανδία ο Έθελρεντ παντρεύτηκε την Έμμα της Νορμανδίας (1002).[2] Οι επιδρομές των Βίκινγκ τόσο στην Αγγλία όσο και στη Νορμανδία στα τέλη του 10ου αιώνα ανάγκασαν τα δύο βασίλεια να συμμαχήσουν για να αντιμετωπίσουν την κοινή απειλή.[3] Η Έμμα πήρε το Αγγλοσαξονικό όνομα Ελφιγκού για να το χρησιμοποιήσει στα πολιτικά θέματα και στα διατάγματα ως βασίλισσα της Αγγλίας. Δέχτηκε μεγάλη προίκα με περιοχές όπως το Ουιντσέστερ, το Ράτλαντ, το Ντέβον, το Σάφοκ, το Οξφορντσάιρ και την πόλη του Έξετερ.[4]
Ο Έθελρεντ του Ουέσσεξ και η Έμμα απέκτησαν δυο γιους τον Εδουάρδο τον Ομολογητή και τον Άλφρεντ Έθελινγκ και μια κόρη την Γκόντα της Αγγλίας. Στα τέλη του 1013 ο Σβεν Α΄ της Δανίας επιτέθηκε και κατέκτησε την Αγγλία, η Έμμα και οι δυο γιοι της δραπέτευσαν στη Νορβηγία τους ακολούθησε αμέσως μετά και ο Έθελρεντ, με τον γρήγορο θάνατο του Σβεν του Διχαλογένη τον Φεβρουάριο του 1014 επέστρεψαν στην Αγγλία. Ο γάμος της Έμμας και του Έθελρεντ έληξε με τον θάνατο του Έθελρεντ στο Λονδίνο (1016). Ο μεγαλύτερος γιος του Έθελρεντ από τον πρώτο του γάμο και διάδοχος του Έθελσταν Έθελινγκ είχε πεθάνει από τον Ιούνιο του 1014, οι γιοι της Έμμα ήταν οι επόμενοι στη σειρά διαδοχής μετά τους γιους του Έθελρεντ και της Ελφγκίφου της Υόρκης, ο μόνος που είχε επιζήσει ήταν ο Έντμουντ ο Σιδηρόπλευρος.[5] Η Έμμα έκανε προσπάθειες να εξασφαλίσει τη διαδοχή στον μεγαλύτερο γιο της Εδουάρδο και είχε τη στήριξη του κυρίου συμβούλου του Έθελρεντ Έαντρικ Στρεόνα, η κίνηση αυτή έφερε τη σκληρή αντίδραση του Έντμουντ του Σιδηρόπλευρου που επαναστάτησε εναντίον του πατέρα του.
Δεύτερος γάμος με τον Κνούτο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1015 ο Κνούτος γιος του Σβεν του Διχαλογένη επιτέθηκε στην Αγγλία, ακολούθησε ο θάνατος του Έθελρεντ και του Έντμουντ τον Απρίλιο και τον Νοέμβριο του 1016 αντίστοιχα, η Έμμα προσπάθησε να κρατήσει τον έλεγχο στο Λονδίνο μέχρι τον γάμο της με τον Κνούτο.[6] Μερικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι η Έμμα προχώρησε σε γάμο με τον Κνούτο προκειμένου να εξασφαλίσει τη ζωή των γιων της που κινδύνευαν να δολοφονηθούν επειδή ο Κνούτος τους θεωρούσε ανταγωνιστές του στη διεκδίκηση του θρόνου.[4]
Ο Κνούτος απέκτησε τον έλεγχο στο μεγαλύτερο τμήμα της Αγγλίας μετά τη νίκη του επί του Έντμουντ του Σιδηρόπλευρου στη Μάχη του Ασσαντάν στις 18 Οκτωβρίου, στη συνέχεια μοίρασαν το βασίλειο και ο Έντμουντ κράτησε μονάχα το Ουέσσεξ. Ο Έντμουντ πέθανε αμέσως μετά στις 30 Νοεμβρίου 1016 και ο Κνούτος έγινε βασιλιάς σε ολόκληρη την Αγγλία. Την εποχή του δεύτερου γάμου της η Έμμα έστειλε τους μεγαλύτερους γιους της στη Νορμανδία υπό την κηδεμονία του αδελφού της, η ίδια έγινε βασίλισσα της Αγγλίας, αργότερα της Νορβηγίας και της Δανίας. Η Έμμα δεν είχε ενεργό πολιτικό ρόλο τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Κνούτου, μπήκε δυναμικά στην πολιτική μετά το 1020 όταν προσέγγισε τον Ευρωπαϊκό κλήρο και πήρε τον ρόλο της προστάτιδας της εκκλησίας. Απέκτησε στενή σχέση με την Έλφσιγκ του Πίτερμπρο που τη συμβούλευε σε πολλά θέματα που αφορούσαν τη ζωή της, η στενή της σχέση με την εκκλησία έφεραν τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων του συζύγου της στον Αγγλικό θρόνο σαν χριστιανού βασιλιά. Τα Σάγκας της Έμμας στο δεύτερο βιβλίο αναφέρουν ότι ο γάμος του Κνούτου και της Έμμας έγινε για πολιτικούς λόγους, μαζί απέκτησαν δυο παιδιά την Αρθακανούτο και την Γκουνχίλντα.
Συμβασίλισσα με τους γιους της
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι δυο γιοι της Εδουάρδος ο Ομολογητής και Άλφρεντ Έθελινγκ επέστρεψαν στην Αγγλία να δουν τη μητέρα τους (1036) περιμένοντας την προστασία του Αρθακανούτου, ο Άλφρεντ ωστόσο συνελήφθη, τυφλώθηκε βίαια με πυρωμένο σίδερο και πέθανε από τα τραύματα του. Ο Εδουάρδος πρόλαβε να δραπετεύσει στη Νορμανδία,, επέστρεψε μονάχα όταν έμαθε ότι η διαδοχή του στον θρόνο ήταν βέβαιη. Τα Σάγκας της Έμμας αναφέρουν ότι η τύφλωση και η θανάτωση του Άλφρεντ έγινε με εντολή του γιου του Κνούτου από τον πρώτο του γάμο Χάραλντ του Λαγοπόδαρου προκειμένου να εξουδετερώσει τους διεκδικητές του στον Αγγλικό θρόνο. Μερικοί ιστορικοί γράφουν ότι ο Γκόντουιν του Ουέσσεξ ταξίδευσε μαζί με τα δυο αδέλφια για να προστατεύσει την ασφαλή τους μετάβαση.[7]
Ο Αρθακανούτος έγινε βασιλιάς της Δανίας μετά τον θάνατο του πατέρα του (1035), πέντε χρόνια αργότερα ο ίδιος και ο ετεροθαλής αδελφός του Εδουάρδος ο Ομολογητής ανέβηκαν μαζί στον Αγγλικό θρόνο. Η συμβασιλεία τους ήταν πολύ σύντομη, ο Αρθακανούτος πέθανε πρόωρα σε δυο χρόνια και στη συνέχεια ο Εδουάρδος τον διαδέχτηκε σαν μοναδικός βασιλιάς της Αγγλίας.[3] Η Έμμα είχε σημαντικό ρόλο στη βασιλεία και των δυο γιων της, οι εξουσίες της ήταν ισοδύναμες και είχε τον τίτλο του συμβασιλέα. Η Έμμα πέθανε το 1052 και τάφηκε μαζί με τον σύζυγο της Κνούτο και τον γιο της Αρθρακανούτο στο παλιό αβαείο του Ουίντσεστερ, μετά την κατάκτηση τα οστά της μεταφέρθηκαν στον νέο καθεδρικό ναό.[8] Στη διάρκεια του Αγγλικού εμφύλιου πολέμου (1642 - 1651) ο τάφος της ανοίχτηκε και τα οστά της διασκορπίστηκαν από τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις. Η Ντέιλι Μέιλ καταγράφει ότι το 2012 οι αρχαιολόγοι από το Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ "με τις τελειότερες τεχνολογίες αναγνώρισης DNA κατάφεραν να διαχωρίσουν τα ανακατεμένα οστά".[9]
Ιστορικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η συγγραφέας Πολίν Στάφορντ (γεν. 1946) αναφέρει ότι η Έμμα της Νορμανδίας ήταν "η πρώτη από τις σημαντικές μεσαιωνικές βασίλισσες".[10] Η Έμμα ήταν κεντρική μορφή στα Σάγκας της Έμμα τα οποία αποτελούν κύρια πηγή μελέτης των ιστορικών για την Αγγλία τον 11ο αιώνα.[10] Στη διάρκεια της βασιλείας του πρώτου συζύγου της Έθελρεντ ο ρόλος της ήταν περισσότερο διακοσμητικός αφού ο γάμος είχε γίνει μονάχα για πολιτικούς λόγους αλλά οι εξουσίες της ανέβηκαν σημαντικά στη διάρκεια της βασιλείας του δεύτερου συζύγου της Κνούτου.[11] Μετά το 1043 όπως γράφει η Στάφορντ "η Έμμα ήταν η πλουσιότερη γυναίκα στην Αγγλία με αχανείς εκτάσεις εδαφών στην κεντρική Αγγλία και το Ουέσσεξ", την περίοδο 1036 - 1043 είχε σημαντικό ρόλο σαν κυρίαρχος στην εκκλησία.[11]
Τα Σάγκας της Έμμα ήταν χωρισμένα σε τρία μέρη, το πρώτο μέρος περιγράφει την κατάκτηση της Αγγλίας από τον Σβεν τον Διχαλογένη. Το δεύτερο μέρος περιγράφει την άνοδο στον Αγγλικό θρόνο του Κνούτου και τον δεύτερο γάμο της Έμμας με τον Κνούτο. Το τρίτο μέρος αναφέρεται στα γεγονότα μετά τον θάνατο του Κνούτου σαν συμβασίλισσα απέναντι στους γιους της, περιγράφεται επιπλέον η λεηλασία του βασιλικού θησαυρού και της περιουσίας του κόμη Γκόντουιν από την Έμμα. Ξεκινά με τη φράση "Ας διατηρήσουμε την πίστη στον Ιησού Χριστό μου που υπερέχει σε όλους τους ανθρώπους ανεξάρτητα από το φύλλο με την ευπρέπεια και τον τρόπο ζωής μας".[12] Η Έμμα ήταν "η πιο περίφημη γυναίκα της εποχής της για την ομορφιά και τη σοφία της".[13] Η κολακεία αυτή όπως γράφει η ιστορικός Ελισσάβετ Τίλερ "ήταν μέρος της προσπάθειας να ταχθεί στο πλευρό της Έμμας στα θέματα της πολιτικής της στην Αγγλοσαξονική αυλή".[14] Αυτό έρχεται σε αντίθεση με παλιότερα κείμενα όπως την ανατύπωση (1998) του Αλαστάιρ Κάμπελλ (1949) στην οποία ο συγγραφέας Σιμόν Κέινες (γεν. 1952) σημειώνει : "Οι σύγχρονοι αναγνώστες οι οποίοι πιστεύουν ότι η Έμμα ήταν σπουδαία και διακεκριμένη βασίλισσα απογοητεύονται όταν διαβάζουν συγγραφείς που τονίζουν τα ελαττώματα της, δεν δείχνουν πρόθυμοι να γνωρίσουν την αλήθεια".[15]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Catherine Karkov, The Ruler Portraits of Anglo Saxon England, p. 119
- ↑ Simon Keynes, Æthelred II, Oxford Online DNB, 2009
- ↑ 3,0 3,1 Howard, Ian. Harthacnut: The last Danish King of England, The History Press, 2008, p. 10.
- ↑ 4,0 4,1 Honeycutt, p. 41
- ↑ Barlow, Edward the Confessor, pp. 30-31
- ↑ Howard, pp. 12–5.
- ↑ O'Brien, Harriet, Queen Emma and the Vikings: The Woman Who Shaped the Events of 1066 (2006). Bloomsbury Publishing
- ↑ Oxford Dictionary of National Biography: King Cnut
- ↑ “Scientists to Unravel Centuries-Old Mystery of King Canute as They Examine Skeletal Remains.” Mail Online. N. p., n.d. Web. 12 Dec. 2013.
- ↑ 10,0 10,1 Duggan, Anne J. Queens and Queenship in Medieval Europe: Proceedings of a Conference Held at King’s College London, April 199 Boydell Press, 2002. Print.
- ↑ 11,0 11,1 Pauline Stafford, Queen Emma and Queen Edith: Queenship and Women's Power in Eleventh-century England (Malden, MA: Blackwell's, 2001), 3.
- ↑ Campbell, Alistair (editor and translator) and Simon Keynes (supplementary introduction) (1998). Encomium Emmae Reginae. Cambridge University Press
- ↑ Campbell and Keynes, 1998, 33.
- ↑ Tyler, E.M. (2008) Fictions of Family: The Encomium Emmae Reginae and Virgil's Aeneid. Viator, 36 (149-179). pp. 149-179
- ↑ Campbell and Keynes, 1998, xvii.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Barlow, Frank, (1984) Edward the Confessor, Berkeley: University of California Press
- Duggan, Anne, (1997) Queens and Queenship in Medieval Europe, Woodbridge: The Boydell Press
- Honeycutt, Lois, (2003) Matilda of Scotland: a Study in Medieval Queenship Woodbridge: The Boydell Press
- Monk of St Omer (1949) Encomium Emmae Reginae; ed. Alistair Campbell. (Camden 3rd series; no. 72.) London: Royal Historical Society
- O'Brien, Harriet (2005). Queen Emma and the Vikings. Bloomsbury Publishing, New York and London.
- Stafford, Pauline (2001) Queen Emma and Queen Edith: queenship and women's power in eleventh-century England. Oxford: Blackwell.
- Strachan, Isabella (2005) Emma: the twice-crowned Queen of England in the Viking Age. London: Peter Owen
- Howard, Ian, (2008) Harthacnut: The Last Danish King of England, The History Press
- Howard, Ian, (2005) Harold II: a Throne-Worthy King. Essay included in King Harold II and the Bayeux Tapestry, pages 35–52.
- O'Brien, Harriet, (2006) Queen Emma and the Vikings: The Woman Who Shaped the Events of 1066.
- Bech-Danielsen, Anne, Knud Den Store Kom Ikke Med Det Kgl. Bibliotek Hjem N. p., 6 Dec. 2008. Web. 9 Dec. 2013.
- Duggan, Anne J. Queens and Queenship in Medieval Europe: Proceedings of a Conference Held at King’s College London, April 199 Boydell Press, 2002. Print.
- Patterson, Robert. The Haskins Society Journal Studies in Medieval History Continuum, 2003. Print.
- Stafford, Pauline. Queen Emma and Queen Edith: Queenship and Women’s Power in Eleventh-Century England Oxford, UK; Malden, Mass.: Blackwell Publishers, 2001. Print.
- Tyler, Elizabeth. Fictions of Family: The Encomium Emmae Reginae and Virgil’s Aeneid. N. p., n.d. Web. 7 Dec. 2013.n. pag. Print.
- Gameson, Richard. L’Angleterre et La Flandre Aux Xe et XIe Siècles : Le Témoignage Des Manuscrits. Actes des congrès de la Société des historiens médiévistes de l’enseignement supérieur public 32.1 (2001): 165–206.
- Campbell, Alistair (editor and translator) and Simon Keynes (supplementary introduction) (1998). Encomium Emmae Reginae. Cambridge University Press