εβραΐστρια

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 10:19, 8 Ιουνίου 2020 από τον FocalPoint (συζήτηση | συνεισφορές)
(διαφ.) Παλιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφ.) | Νεότερη αναθεώρηση (διαφ.)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εβραΐστρια οι εβραΐστριες
      γενική της εβραΐστριας των εβραϊστριών
    αιτιατική την εβραΐστρια τις εβραΐστριες
     κλητική εβραΐστρια εβραΐστριες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εβραΐστρια < εβραϊστής • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

εβραΐστρια θηλυκό

  • η γυναίκα που μελετά εβραϊκά κείμενα, ιστορία, αρχαιολογία ή πολιτισμική παράδοση