Τόκιο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Τόκιο < (άμεσο δάνειο) αγγλική Tokyo < ιαπωνική 東京 (ανατολική πρωτεύουσα) < 東 (ανατολή), 京 (πρωτεύουσα)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Τόκιο και παλιότερα Τόκυο ουδέτερο άκλιτο
- πρωτεύουσα της Ιαπωνίας
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ιαπωνικά (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πρωτεύουσες της Ασίας (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Ιαπωνίας (νέα ελληνικά)
- Πρωτεύουσες (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ιαπωνίας (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)