abacus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]abacus < (κληρονομημένο) μέση αγγλική < λατινική abacus, abax < αρχαία ελληνική ἄβαξ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]abacus (en) πληθυντικός abaci (κατά τα λατινικά), abacuses
- ο άβακας
Πηγές
[επεξεργασία]- abacus - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
- abacus - Oxford Learner's Dictionaries
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]abacus < (άμεσο δάνειο) αρχαία ελληνική ἄβαξ, θέμα ἀβακ-
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]abacus (la)
Κλίση
[επεξεργασία]αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | abacus | abacī |
γενική | abacī | abacōrum |
δοτική | abacō | abacīs |
αιτιατική | abacum | abacōs |
κλητική | abace | abacī |
αφαιρετική | abacō | abacīs |
Πηγές
[επεξεργασία]- abacus - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (λατινικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (λατινικά)
- Λατινική γλώσσα
- Ουσιαστικά (λατινικά)
- Αντίστροφο λεξικό (λατινικά)
- Λατινικά ουσιαστικά Β κλίσης