bez

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
bez < πρωτοσλαβικής προέλευσης

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bɛs/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

bez (pl) αρσενικό

  1. (φυτό) ο σαμπούκος
  2. (φυτό) η πασχαλιά

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Πρόθεση

[επεξεργασία]

bez (pl)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • υπάρχει και η μορφή beze που χρησιμοποιείται μόνο στην έκφραση beze mnie (χωρίς εμένα)
  • συντάσσεται με γενική (dopełniacz)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
bez < πρωτοσλαβικής προέλευσης

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /bɛs/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

bez (cs) αρσενικό

Πρόθεση

[επεξεργασία]

bez (cs)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]