consulo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
consulo < con- + πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *sal- (αρπάζω, παίρνω)

consulo (la)