contact lens
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
contact lens | contact lenses |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]contact lens (en)
ενικός | πληθυντικός |
contact lens | contact lenses |
contact lens (en)