hyphen
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]hyphen (en)
- το ενωτικό (ή παύλα), το σύμβολο "-" που χρησιμοποιείται για να χωρίσει συλλαβές ή να ενώσει λέξεις
- το υπένα [υπό + ένα]