iconologiste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
iconologiste | iconologistes |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]iconologiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
iconologiste | iconologistes |
iconologiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό