isim

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

isim (az)

  1. το όνομα
  2. το ουσιαστικό

Άλλες γραφές

[επεξεργασία]

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

isim (tr)

  1. το όνομα
    İsmin ne? - Ποιο είναι το όνομά σου;
    İsmim .... - Το όνομά μου είναι ...
  2. το ουσιαστικό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]