messenger

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
messenger messengers

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
messenger < message + -er

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

messenger (en)