nymphe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
nymphe | nymphes |
nymphe (fr) θηλυκό
- η νύμφη
ενικός | πληθυντικός |
nymphe | nymphes |
nymphe (fr) θηλυκό