ski mask

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

πoλυλεκτικό Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ski mask (en)

  1. μάσκα του σκι
    • μάσκα του σκι ως αντικείμενο-εργαλείο απόκρυψης χαρακτηριστικών εγκληματία (ίδιο αντικείμενο άλλη χρήση)