soda
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
soda | sodas |
soda (en)
- (ποτό) το ανθρακούχο νερό
- (χημεία) διττανθρακικό νάτριο ή όξινο ανθρακικό νάτριο ή σόδα μαγειρικής, με χημικό τύπο NaHCO3
- (χημεία) ανθρακικό νάτριο ή σόδα πλύσης, με χημικό τύπο Na2CO3
- (χημεία) υδροξείδιο του νατρίου ή καυστική σόδα, με χημικό τύπο NaOH
Υπερώνυμα
[επεξεργασία]- (χημεία) salt
Υπώνυμα
[επεξεργασία](χημεία)
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- soda στην αγγλική Βικιπαίδεια