steady
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | steady |
συγκριτικός | steadier |
υπερθετικός | steadiest |
Επίθετο
[επεξεργασία]steady (en)
- σταθερός
- ⮡ The ladder is not steady enough.
- Η σκάλα δεν είναι αρκετά σταθερή.
- ⮡ The ladder is not steady enough.