Location via proxy:   [ UP ]  
[Report a bug]   [Manage cookies]                
Εθνικόν και Καποδιστριακόν Πανεπιστήμιον Αθηνών Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης Πανεπιστήμιο Κύπρου Τμήμα Ψυχολογίας Κοινό Διακρατικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Σχολική Συμβουλευτική και Καθοδήγηση» Καινοτομία και Δημιουργικότητα στην Εκπαίδευση «ΟΙ ΓΝΩΣΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΚΟΙ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ» Αρβανίτη Αγγελική Γραμματική Α.Μ. 218004 Διδάσκοντες: ΜΠΑΜΠΑΛΗΣ Θ., ΞΑΝΘΑΚΟΥ Γ., ΤΣΩΛΗ Κ. Αθήνα 2018 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ..............................................................................................................3 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Η Δημιουργικότητα ...................................................................4 1.1. Κοινωνικά πλαίσια - Ανάδυση της έννοιας ................................................4 1.2. Ορισμοί .......................................................................................................5 1.3. Κριτήρια .....................................................................................................6 1.4. Στάδια δημιουργικής διαδικασίας ..............................................................6 1.5. Χαρακτηριστικά Δημιουργικού ατόμου .....................................................7 ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ: Οι γνωστικοί μηχανισμοί της Δημιουργικότητας..................8 2.1 Νοητικές διεργασίες.....................................................................................8 2.2 Οι γνωστικοί μηχανισμοί της Δημιουργικότητας ........................................8 ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ: Νευροεπιστήμες ...........................................................................10 3.1 Η γέννηση και εξέλιξη των νευροεπιστημών – Ιστορική αναδρομή ...........10 3.2 Ορισμοί, τα μέρη του εγκεφάλου ................................................................12 3.3 Νευρολογικοί μηχανισμοί της Δημιουργικότητας .......................................12 3.4 Η Νευροπλαστικότητα .................................................................................13 ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ: Συζήτηση - Συμπεράσματα ...................................................14 Βιβλιογραφία ...........................................................................................................15 2 Εισαγωγή Η δημιουργικότητα είναι μια ικανότητα του ατόμου ή της ομάδας να εξελίσσεται και να διευρύνεται και σαν διεργασία είναι παρούσα σε κάθε διάσταση προόδου και ανάπτυξης της ανθρώπινης ύπαρξης. Με την παρούσα μελέτη επιχειρούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τους γνωστικούς και νευρολογικούς μηχανισμούς της. Αρχικά θα παραθέσουμε στοιχεία για τον ορισμό, τη σημασία, τις κατηγορίες της δημιουργικότητας, τα κριτήρια, τα στάδια της δημιουργικής διαδικασίας και τα χαρακτηριστικά του δημιουργικού ατόμου. Στη συνέχεια θα παρουσιάσουμε μια σύντομη γενική αναφορά στις νοητικές διεργασίες και θα παρουσιάσουμε τους γνωστικούς μηχανισμούς της δημιουργικότητας, ενώ τέλος, θα παρουσιάσουμε τις νευροεπιστημονικές προσεγγίσεις στη μελέτη της δημιουργικότητας και θα παραθέσουμε σύντομους νεωτερικούς τρόπους ανάπτυξης και βελτίωσης της δημιουργικής παραγωγής και προτάσεις για μελλοντική έρευνα. 3 ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ Η Δημιουργικότητα 1.1. Κοινωνικά πλαίσια -Ανάδυση της έννοιας Για πολλούς αιώνες στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού η δημιουργικότητα αντιμετωπιζόταν ως αποτέλεσμα θεϊκής μεσολάβησης και παρέμβασης και όχι ως επακόλουθο της ανθρώπινης νοημοσύνης. Τα δημιουργικά έργα αποδίδονταν σε μούσες, δαίμονες, σε θεϊκές εμπνεύσεις από προηγούμενες ζωές λόγω της έννοιας της μετενσάρκωσης ή στη γενική θεϊκή παρέμβαση στην ανθρώπινη εμπειρία. Για τους δυτικούς πολιτισμούς μετά τη διάδοση του χριστιανισμού, η δημιουργικότητα είναι μια έννοια που η έκφρασή της στη γη είναι και πάλι θεϊκό έργο. (Μαρμπένα, 2016) Σύμφωνα με τους Runco και Albert (Kaufman and Sternberg, 2010 αναφ. στο Μαρμπένα, 2016) αυτή η εικόνα διατηρήθηκε μέχρι και το διαφωτισμό και μόνο τότε και με αργά βήματα το άτομο αρχίζει να αποκτά πιο διευρυμένη προσωπική βούληση και ελευθερία στην εξερεύνηση, την ανακάλυψη και την έκφραση, λόγω της ανάδειξης της ερευνητικής διαδικασίας ως βασικό μέσο θεώρησης του κόσμου και του ανθρώπου. Οδηγούμαστε πολύ επιγραμματικά προς τον 18ο αιώνα και τη βιομηχανική επανάσταση, όπου υπάρχουν δύο κύρια ρεύματα σκέψης: ο ορθολογικός τρόπος σκέψης και ο ρομαντικός. Από τη μία η εξιδανίκευση της διάνοιας και από την άλλη το αντίβαρο του συναισθήματος. Από τη μία η φαντασία και η τέχνη και από την άλλη η επιστήμη, όπου η δημιουργικότητα ναι μεν αποδεσμεύεται από τα deus ex machina δεσμά της, αλλά ακόμα δεν μελετάται σε εύρος και θεωρείται προνόμιο λίγων, εκλεκτών και προικισμένων (Kaufman and Sternberg, 2010). Έκτοτε και μέχρι και το 1950 υπήρξε μια σχετική κατανόηση της δημιουργικότητας ως μιας διακριτής λειτουργίας της νόησης, όμως από το 1950, μέσω του ειδικού στις ψυχομετρικές δοκιμασίες ευφυΐας J. P. Guilford, ήρθε η καθοριστική προτροπή για διάκριση και αυτονόμηση της δημιουργικότητας (Ξανθάκου, 2011). Ο Guilford στη διάρκεια της προεδρικής ομιλίας του στον Αμερικανικό Ψυχολογικό Σύνδεσμο (APA), τόνισε πως η δημιουργικότητα εκτείνεται πέρα από την ευφυΐα, αποτελεί ανώτερη γνωσιακή λειτουργία και αξίζει να μελετηθεί ανεξάρτητα και σε βάθος (Guilford, 1987). Οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες της εποχής αποτελούν πρόσφορο έδαφος για νέες ανακαλύψεις που θα οδηγήσουν σε περεταίρω ανάπτυξη σε όλους τους τομείς και έτσι, εγκαινιάζεται η κίνηση για τη μελέτη της παραγωγικής σκέψης, γνωστή ως «αμερικανική πρόκληση» (Dietrich, 2015). Ο Guilford αναδεικνύοντας τις μέχρι τότε αγκυλώσεις όπως ότι το ευφυές, δημιουργικό άτομο είναι μοναδικό, με ένα βιολογικά προκαθορισμένο σχετικά σταθερό δείκτη νοημοσύνης, όπως ότι τα μέχρι τότε αποτελέσματα των ερευνών ήταν εγκλωβισμένα σε τυποποιημένες μορφές και ουσιαστικά εκθέτοντας τις δυσχέρειες μέτρησης και υπολογισμού των δημιουργικών ικανοτήτων και συμπεριφορών, δίνει το έναυσμα για μια έκρηξη μελετών για το θέμα 4 (Ξανθάκου, 2011) κάνοντας έκκληση να χρησιμοποιηθεί στις νέες έρευνες η αποκλίνουσα σκέψη (Dietrich, 2015). 1.2.Ορισμοί Tα λεξικά συχνά ορίζουν τη δημιουργικότητα χρησιμοποιώντας όρους όπως «παραγωγικό, πρωτότυπο και αξιόλογο». O Bronowski (1972) χαρακτήρισε τη δημιουργικότητα ως «την ικανότητα κάποιου να βρει ενότητα σε ό, τι φαίνεται να είναι ποικιλομορφία». Ο ορισμός του Guilford (1950) ήταν ότι «η δημιουργικότητα καλύπτει τις πιο χαρακτηριστικές ικανότητες των δημιουργικών ατόμων, που καθορίζουν την πιθανότητα για ένα άτομο να εκφράσει μια δημιουργική συμπεριφορά, η οποία να εκδηλώνεται με εφευρετικότητα, σύνθεση και σχεδιασμό». Ή ότι «όποια κι αν είναι η φύση του δημιουργικού ταλέντου, τα άτομα που έχουν αναγνωριστεί ως δημιουργικά απλώς κατέχουν σε υψηλότερο βαθμό ό,τι κι όλοι οι άλλοι άνθρωποι». Κατά τον Campbell (1960), η δημιουργικότητα «είναι η διεργασία επίλυσης προβλημάτων, με τρόπο που διαφοροποιείται από την λογική». Επίσης, «η δημιουργικότητα είναι η νέα ανακάλυψη, κατανόηση, ανάπτυξη και έκφραση ομαδικών και ουσιαστικών σχέσεων» (Heilman, 2015). Επιπλέον, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι «η δημιουργικότητα αποτελεί θεμελιώδη δραστηριότητα της ανθρώπινης επεξεργασίας πληροφοριών» (Boden, 1998) και ότι είναι «η ικανότητα που διαθέτει το άτομο να αντιμετωπίζει τα διάφορα προβλήματα, με ευαισθησία και πρωτοτυπία αλλά και με μεθοδικότητα και ηρεμία» (Torrance, 1966). Σύμφωνα, τέλος, με τον Csikszentmihalyi, (2007) «Η δημιουργικότητα είναι ένα είδος ψυχικής δραστηριότητας, μια διορατικότητα που εμφανίζεται μέσα στα κεφάλια κάποιων ειδικών ανθρώπων. Αλλά αυτή η σύντομη παραδοχή είναι παραπλανητική. Εάν με τη δημιουργικότητα εννοούμε μια ιδέα ή μια ενέργεια που είναι νέα και πολύτιμη, τότε δεν μπορούμε απλά να δεχθούμε την ίδια την παραδοχή ενός ατόμου ως κριτήριο για την ύπαρξή της. Δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε αν μια σκέψη είναι νέα, εκτός από την αναφορά σε ορισμένα πρότυπα και δεν υπάρχει τρόπος να πούμε αν είναι πολύτιμη μέχρι να περάσει την κοινωνική αξιολόγηση. Επομένως, η δημιουργικότητα δεν συμβαίνει μέσα στα κεφάλια των ανθρώπων, αλλά στην αλληλεπίδραση μεταξύ των σκέψεων ενός ατόμου και ενός κοινωνικοπολιτιστικού πλαισίου. Πρόκειται για συστηματικό και όχι μεμονωμένο φαινόμενο.» Η δημιουργικότητα, δηλαδή, συνοψίζοντας και σύμφωνα με την Ξανθάκου (2011), α. συνιστά ορισμένο τρόπο συμπεριφοράς απέναντι στα προβλήματα, β. αυτή η συμπεριφορά φαίνεται να είναι συνδεδεμένη με ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, γ. αυτά τα χαρακτηριστικά πιθανολογούν εάν και πώς θα εκδηλωθεί η συμπεριφορά, δ. η δημιουργικότητα αφορά όλα τα άτομα και δεν αποτελεί σπάνιο φαινόμενο μόνο των προικισμένων ατόμων και ε. η διαφοροποίηση μεταξύ των ατόμων είναι ποσοτική, θέμα διαβάθμισης, και όχι ποιοτική. 5 1.3. Κριτήρια Στην ανάγκη μας να κατανοήσουμε ένα φαινόμενο πρέπει να του δώσουμε ποιότητες, χαρακτηριστικά, να δημιουργήσουμε κριτήρια, να το ελέγξουμε και να δούμε τα συστατικά του. Κοινώς παραδεκτά, τα κριτήρια της δημιουργικής σκέψης είναι: η ευαισθησία απέναντι στα προβλήματα του περιβάλλοντος, η νοητική ευχέρεια, η νοητική ευλυγισία, η πρωτοτυπία σκέψης και η ικανότητα σύνθεσης, μετασχηματισμών και επεξεργασίας (Ξανθάκου, 2011). Πιο συγκεκριμένα, η ευαισθησία απέναντι στα προβλήματα του περιβάλλοντος είναι η ικανότητα του δημιουργικού ατόμου να μπορεί να διακρίνει ένα πρόβλημα και να αναζητά λύσεις, εκεί που ένα άλλο άτομο δεν έχει διακρίνει, δεν έχει δώσει σημασία. Η νοητική ευχέρεια είναι η ικανότητα παραγωγής μεγάλου αριθμού ιδεών, απαντήσεων και λύσεων σε κάποιο ερέθισμα ή πρόβλημα μέσα σε προκαθορισμένο χρόνο, ενώ η νοητική ευλυγισία/ευελιξία είναι η παραγωγή ποικίλων ιδεών από ένα δημιουργικό άτομο που αλλάζει τα νοήματα, δεν προσκολλάται σε νοητικές συνήθειες, αποφεύγει τις συμπεριφορές ρουτίνας και αναζητά διαφορετικούς τρόπους, μη συνηθισμένους προσέγγισης ενός θέματος. (Ξανθάκου, 2011). Η πρωτοτυπία της σκέψης, είναι η σπάνια, η ασυνήθιστη και μοναδική δημιουργική παραγωγή, ενώ όταν οι υπάρχουσες ιδέες συνδυάζονται μεταξύ τους και συνθέτουν νέες και βελτιωμένες εκδοχές της αρχικής δημιουργικής παραγωγής, έχουμε ικανότητα σύνθεσης. Όταν ένα αντικείμενο, μια ιδέα, μια πρακτική μετασχηματίζονται σε κάποιο άλλο, όταν η αρχική ιδέα, το αρχικό αντικείμενο αποτελεί το έναυσμα έτσι για νέες εφευρέσεις, τότε συζητάμε για ικανότητα μετασχηματισμών του δημιουργικού ατόμου, ενώ με την ικανότητα επεξεργασίας το δημιουργικό άτομο επεξεργάζεται μια ήδη υπάρχουσα ιδέα, την κάνει βιώσιμη, την αναπτύσσει, τη βελτιώνει ή και την ολοκληρώνει. (Ξανθάκου, 2011). 1.4 Στάδια δημιουργικής διαδικασίας Επειδή η δημιουργικότητα είναι μια γνωστική διαδικασία και αυτές οι διαδικασίες συμβαίνουν συχνά σε οργανωμένες φάσεις, οι Helmholtz (1826) και Wallas (1926) πρότειναν τη δημιουργικότητα να διαιρεθεί σε τέσσερα στάδια (Heilman, 2016). Το πρώτο στάδιο είναι γνωστό ως προετοιμασία, το δεύτερο στάδιο ονομάζεται επώαση, το τρίτο στάδιο είναι αυτό της έμπνευσης ή έλλαμψης και το τελευταίο στάδιο είναι αυτό της αξιολόγησης (Gabora, 2002). Κατά το πρώτο στάδιο της προετοιμασίας, το άτομο αναπτύσσει τη γνώση και τις δεξιότητες που απαιτούνται για να ανακαλύψει, να αναπτύξει και να δημιουργήσει ένα δημιουργικό προϊόν. Είναι το στάδιο που ο δημιουργός ίσως να έχει εμμονή με το πρόβλημα ενώ συλλέγει τα σχετικά δεδομένα, και σε αυτό το στάδιο ίσως προσπαθεί ανεπιτυχώς να το λύσει (Gabora, 2002). Η εξέλιξη στο επόμενο στάδιο εξαρτάται από δύο βασικούς παράγοντες, από τη μάθηση και την ικανότητα του εγκεφάλου να 6 αποθηκεύει, να επεξεργάζεται και να χρησιμοποιεί αυτή τη γνώση αποτελεσματικά. (Heilman, 2016). Το επόμενο στάδιο είναι αυτό της επώασης, όπου ο εγκέφαλος ενός ατόμου ψάχνει για μια απάντηση. Ο ίδιος ο δημιουργός δεν προσπαθεί ενεργά να λύσει το πρόβλημα, όμως ασυνείδητα συνεχίζει να εργάζεται σε αυτό (Heilman, 2016). Το τρίτο στάδιο καλείται έμπνευση ή έλλαμψη και σε αυτήν την κατάσταση περιέρχεται ένα άτομο που ανακαλύπτει την απάντησή του, που δημιουργεί, είναι το στάδιο του «Εύρηκα» του Αρχιμήδη, το στάδιο της ανακάλυψης και της αποκάλυψης ταυτόχρονα (Heilman, 2016). Το τελευταίο βήμα στη δημιουργική διαδικασία είναι η παραγωγή και η επαλήθευση, το στάδιο της αξιολόγησης, δηλαδή η παραγωγή του έργου, η υλοποίηση της ιδέας και τέλος η επικοινωνία του προς τον κόσμο, η επαλήθευσή του από τους παρατηρητές (Gabora, 2002). 1.5 Χαρακτηριστικά Δημιουργικού ατόμου Το χιούμορ, «η ουσία της δημιουργικότητας» (de Bono, 1992 Murdock, Ganin 1993 αναφ. στο Ξανθάκου, 2011), ήταν από τα πρώτα χαρακτηριστικά που οι ερευνητές περιέγραψαν σε σχέση με τη δημιουργική προσωπικότητα. Ακόμα, κάποια χαρακτηριστικά της προσωπικότητας όπως η περιέργεια, η επιμονή, η ανοχή στην αβεβαιότητα, η ικανότητα το άτομο να διακινδυνεύει με το νέο, η παιγνιώδης διάθεση, η εμμονή για την υλοποίηση κάποιου έργου, η διαίσθηση και η ικανότητα να βλέπει το άτομο τις δυνατότητες σε πράγματα και καταστάσεις, είναι χαρακτηριστικά τα οποία ωθούν το άτομο προς την αναζήτηση καινοτόμων ιδεών (Ξανθάκου, 2011). Από μελέτες πάνω στα παιδικά βιώματα διαπιστώθηκε ότι το περιβάλλον διαδραματίζει αποφασιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του δημιουργικού ατόμου. (Ξανθάκου, 2011). Η έρευνα των Weίsberg και Springer (1961), οι οποίοι μελέτησαν τους παράγοντες του περιβάλλοντος που ευθύνονται για τη διαμόρφωση της δημιουργικής προσωπικότητας, συμπέρανε ότι μερικά χαρακτηριστικά της οικογένειας σχετίζονται άμεσα με τις δημιουργικές επιδόσεις του παιδιού. Σε αυτές τις οικογένειες υπάρχει ενεργητική αλληλεπίδραση ανάμεσα στα μέλη, ελευθερία έκφρασης και απουσία κυριαρχίας ή εξάρτησης του ενός γονέα από τον άλλον, υπάρχει δηλαδή συναισθηματική ισορροπία και αρμονία, οι συγκρούσεις εξωτερικεύονται και η διάθεση του παιδιού για χιούμορ και παιχνίδι είναι αποδεκτά (Ξανθάκου, 2011). Είναι επίσης σημαντικό να αναφέρουμε ότι πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει την ύπαρξη ισχυρής συσχέτισης ανάμεσα στην αποκλίνουσα σκέψη των εφήβων και των γονιών τους. (Runco & Albert, 1986, Runco, 1991, αναφ. στο Ξανθάκου, 2011). 7 ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ Οι γνωστικοί μηχανισμοί της Δημιουργικότητας 2.1 Νοητικές διεργασίες Οι γνωστικές λειτουργίες είναι οι νοητικές διαδικασίες που μας επιτρέπουν να λαμβάνουμε, να διαλέγουμε, να αποθηκεύουμε, να μεταλλάσσουμε, να αναπτύσσουμε και να ανακτούμε τις πληροφορίες του περιβάλλοντος. Είναι αυτές που μας επιτρέπουν να κατανοούμε και να συσχετιζόμαστε με τον κόσμο γύρω μας. Αυτές είναι η αντίληψη, η γλώσσα, η μνήμη, η σκέψη, η συνείδηση, η προσοχή, οι αναπαραστάσεις, η νόηση, η λήψη αποφάσεων, η λύση προβλημάτων κ.α., ενώ σύμφωνα με τον Neisser (1967, αναφ. Χατζηευθυμίου, 2017) ο όρος γνωστικές λειτουργίες περιλαμβάνει όλες τις ανώτερες νοητικές λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού, οι οποίες συνεργάζονται για την Απόκτηση, Οργάνωση και Χρησιμοποίηση της γνώσης. Κάθε γνωστική λειτουργία συνδέεται με τα συστήματα του εγκεφάλου, εντούτοις ο εντοπισμός τους είναι περισσότερο μια δυναμική έννοια, παρά ανατομική, διότι ναι μεν ελέγχονται από συγκεκριμένες εγκεφαλικές περιοχές, όμως αυτός ο έλεγχος δεν είναι απόλυτος, καθώς οι περιοχές επικοινωνούν μεταξύ τους, όπως θα αναλύσουμε και παρακάτω. (Χατζηευθυμίου, 2017). 2.2Οι γνωστικοί μηχανισμοί της Δημιουργικότητας Σύμφωνα με τον Neisser (1967, αναφ. Χατζηευθυμίου, 2017), λοιπόν, ο όρος γνωστικές λειτουργίες περιλαμβάνει όλες τις ανώτερες νοητικές λειτουργίες του ανθρώπινου οργανισμού, οι οποίες συνεργάζονται για την Απόκτηση, την Οργάνωση και τη Χρησιμοποίηση της γνώσης. Επιπρόσθετα, χρειάζεται να συνυπολογίσουμε ότι κατά την επίλυση των προβλημάτων, την ανακάλυψη και την απόκτηση της γνώσης, αλλά και κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, είναι αναγκαίο να συνεργάζονται οι παρακάτω νοητικές διεργασίες: η μνήμη, η κατανόηση, η φαντασία, η κριτική σκέψη και η αξιολόγηση (Χατζηευθυμίου, 2017). Ο Guilford (1956, αναφ. Ξανθάκου, 2011) αναφέρεται σε τρεις νοητικές λειτουργίες οι οποίες συγκροτούν τις παραμέτρους της παραγωγικής, δημιουργικής σκέψης: τη συγκλίνουσα σκέψη, την αποκλίνουσα νόηση και την αξιολόγηση. Η συγκλίνουσα νόηση, περιλαμβάνει την ικανότητα του ατόμου να αναλύει, να συνθέτει, να συγκρίνει και να ταξινομεί παραστάσεις και έννοιες κατά τρόπους και 8 συνδυασμούς που ορίζουν οι κανόνες της λογικής, με κύριο σκοπό της εύρεση μίας μόνο λύσης, της λογικής λύσης. Αποτελεί τον πυρήνα της λογικότητας του ανθρώπου. Η αποκλίνουσα νόηση, η οποία εκφράζει έναν πιο ελεύθερο τύπο διεργασίας με κύρια χαρακτηριστικά της ότι αποσκοπεί στην εύρεση όσον το δυνατόν μεγαλύτερου αριθμού πιθανών λύσεων, δηλαδή αποσκοπεί στην ποσότητα, την ποικιλία και την πρωτοτυπία των προτεινόμενων λύσεων, κατά το μοντέλο του Guilford για τη δομή της ανθρώπινης σκέψης, αποτελεί τον πυρήνα της δημιουργικότητας του ανθρώπου. (1956, αναφ. Ξανθάκου, 2011) Τέλος, η αξιολόγηση, αναφέρεται στην ικανότητα του ατόμου να αποφασίσει για την ορθότητα, την πληρότητα, το επιθυμητό και τη σκοπιμότητα της ανθρώπινης συμπεριφοράς με βάση προκαθορισμένα αξιολογικά-ιεραρχημένα κριτήρια. Εδώ χρειάζεται να αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με τον Dietrich (2015), ένα δημιουργικό προϊόν μπορεί εξίσου καλά να είναι το αποτέλεσμα μιας συγκλίνουσας διαδικασίας και είναι γι’ αυτόν γεγονός ότι η αποκλίνουσα και συγκλίνουσα σκέψη μπορούν να παράγουν και οι δύο, εξίσου συνηθισμένες ή/και δημιουργικές λύσεις. 9 ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ Νευροεπιστήμες 3.1 Η γέννηση και εξέλιξη των νευροεπιστημών - Ιστορική αναδρομή Η πρώτη γραπτή περιγραφή του εγκεφαλικού φλοιού και οι πρώτες ενδείξεις βλαβών στον εγκέφαλο βρίσκονται στο χειρουργικό πάπυρο του 1700 π.Χ.. του Edwin Smith και θεωρείται ότι αποτελεί αντίγραφο ενός ακόμα παλαιότερου συγγράμματος από το 3000 π.Χ. (Feldman & Goodrich, 1999. Finger, 1994, 2000. Gross, 1998a αναφ. Παναγής & Δαφέρμος, 2008). Επίσης, στα Ιπποκρατικά έργα περιέχονται περιγραφές του εγκεφάλου, των μηνίγγων και της ανατομίας των οφθαλμών και για τον Ιπποκράτη ο εγκέφαλος ήταν τόσο η έδρα της ψυχής, όσο και το υπεύθυνο όργανο της νόησης, της λογικής, της γνώσης και των αισθήσεων (Παναγής & Δαφέρμος, 2008). Με το πέρασμα των αιώνων και κατά τη διάρκεια του 3ου αιώνα π.Χ. η Ιατρική άκμασε περισσότερο στην Αλεξάνδρεια, με ιατρικές σχολές να εμφανίζονται και την ανατομία να αναπτύσσεται σημαντικά. (Lindberg, 1999, αναφ. Παναγής & Δαφέρμος, 2008). Σημαντικότεροι εκπρόσωποι της εποχής ήταν ο Ηρόφιλος ο Χαλκηδόνιος (335280π.Χ.), ο οποίος περιγράφει τουλάχιστον επτά εγκεφαλικές συζυγίες και ο Ερασίστρατος ο Κείος (310-250π.Χ.), ο οποίος συνέδεσε τις νοητικές ικανότητες με την πολυπλοκότητα των εγκεφαλικών ημισφαιρίων και την πληθώρα αυλακώσεων και την ύπαρξη αυλάκων. (Finger, 1994. Gross, 1998a. Pollak, 2005, αναφ. Παναγής &Δαφέρμος, 2008). Αργότερα ο Γαληνός θεώρησε ότι ο εγκέφαλος είναι εκείνος που δέχεται όλες τις αισθήσεις, κατανοεί τις σκέψεις και δημιουργεί εικόνες (Crivellato & Ribatti, 2007), ενώ σημαντική επίδραση από τον 8ο ώς τον 12 αιώνα είχε το βιβλίο Ο Κανόνας της Ιατρικής του Avicenna (980-1037), στο οποίο αναφέρεται ότι οι ψυχικές λειτουργίες εντοπίζονται στις κοιλίες του εγκέφαλου, ότι οι 5 αισθήσεις εντοπίζονται στην εμπρόσθια κοιλία, οι ικανότητες της αισθητηριακής και ορθολογικής φαντασίας εντοπίζονται στη μεσαία, ενώ η μνήμη και η κρίση εδράζουν στην οπίσθια (Finger, 1994. Λογοθέτου, 1934, αναφ. Παναγής & Δαφέρμος, 2008). Κατά την περίοδο του Μεσαίωνα η παρατήρηση και μελέτη παρέμεινε σε χαμηλά επίπεδα, ενώ φτάνοντας στην Αναγέννηση βρίσκουμε τον Αndreas Vesalius (15141564), ο οποίος σχεδίασε και περιέγραψε τις κοιλίες του εγκεφάλου καλύτερα από ποτέ, εντόπισε λάθη των προηγούμενων αιώνων σε περιγραφές ιδιαιτέρως του Γαληνού και έβαλε τις βάσεις για την περαιτέρω μελέτη της εγκεφαλικής ουσίας (Παναγής & Δαφέρμος, 2008). Στη συνέχεια ο Thomas Willis (1621-1675) υποστήριξε ότι ο φλοιός του εγκεφάλου είναι η έδρα της φαντασίας και της μνήμης και ήταν ο πρώτος που ησήγαγε τον όρο νευρολογία στην επιστήμη (1681), ενώ αργότερα ο ιατρικός γιατρός Pourfour du Petit (1664-1741) παρατήρησε και υποστήριξε ότι βλάβες στο ένα ημισφαίριο προκαλούν προβλήματα στην αντίθετη πλευρά του σώματος (Παναγής & Δαφέρμος, 2008). 10 Κατά τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα ένας νέος ανατόμος, ο Franz Joseph Gall (1757-1828) υποστήριξε θεωρητικά, ότι το μυαλό είναι στον εγκέφαλο, ότι ο εγκέφαλος χωρίζεται έτσι ώστε να διαμένουν διαφορετικές νοητικές ικανότητες σε διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, και ότι τις δυνάμεις και τις αδυναμίες ενός ατόμου μπορούμε εύκολα να τις δούμε στην ανατομία αυτών των διαφορετικών περιοχών του εγκεφάλου. (Dietrich, 2015) Αυτό που υποστήριζε επιπρόσθετα ο Gall ήταν ότι κάθε ημισφαίριο είχε από 27 διαφορετικές λειτουργίες και ικανότητες και ότι από τη χρήση το κάθε κέντρο τέτοιας λειτουργίας μεγάλωνε και το αντίστοιχο σημείο του κρανίου. Πολύ πρακτικά, για τον Gall αν κάποιος είχε μεγάλα μάτια ή κάποιο εξόγκωμα στο μέτωπο αυτό ήταν δείκτης καλής μνήμης, αφού σε εκείνο το σημείο έδραζε η μνήμη κι έτσι ο εγκέφαλός του «μεγάλωνε» για να «κάνει χώρο» (Dietrich, 2015). Αυτή η νέα προσέγγιση ονομάστηκε φρενολογία και δέχτηκε μεγάλη κριτική. Περί τα μέσα του 19ου αιώνα ο Μarc Dax ήταν ο πρώτος που απέδωσε διαφορετικές λειτουργίες σε δεξί και αριστερό ημισφαίριο και λίγα χρόνια αργότερα ο Broca και απέδειξε και απόδωσε τη γνωστική λειτουργία - γλωσσική παραγωγή σε μια συγκεκριμένη περιοχή του φλοιού του εγκεφάλου, στο μετωπιαίο λοβό, γνωστό από την περιοχή του Broca (Dietrich, 2015). Οι ανακαλύψεις του Broca υπήρξαν σταθμός στην εξέλιξη των νευροεπιστημών και της ανακάλυψης των λειτουργιών του εγκεφάλου και αργότερα κι άλλοι, όπως οι Fritsch και Hitzig, ο Munk (1839-1912) που συσχέτισε την όραση με τον ινιακό λοβό κ.α., συνέχιζαν να μελετούν εάν ο εγκέφαλος εργάζεται ως ενιαίο όλο ή οι λειτουργίες του είναι επικεντρωμένες σε επιμέρους τμήματά του. (Παναγής & Δαφέρμος, 2008) Αργότερα ο νευροφυσιολόγος Charles Scott Sherrington (1857-1892), αναγνώρισε τα χάσματα μεταξύ νευρώνων και μυών και μεταξύ νευρώνων (Bennett, 1999. Finger, 2000 αναφ. στο Παναγής & Δαφέρμος, 2008), τα οποία ο Sherrington τα ονόμασε συνάψεις, ενώ το 1877 ο Emil du Bois- Reymond (1818-1896) είχε προτείνει ότι η διαβίβαση από τα νεύρα στα κύτταρα-στόχους είναι είτε ηλεκτρική είτε χημική, οπότε επιτελείται με τη μεσολάβηση χημικών ουσιών που απελευθερώνονται από τις νευρικές απολήξεις (Bennett, 1999. Finger, 2000 αναφ. στο Παναγής & Δαφέρμος, 2008). Έκτοτε και μέχρι σήμερα η σύγχρονη έρευνα έχει δείξει ότι οι νευρώνες που σχηματίζουν νευρωνικά δίκτυα και κυκλώματα στον εγκέφαλο είναι απαραίτητοι για τις νοητικές λειτουργίες, ενώ περιοχές του εγκεφάλου που συμβάλλουν σε επιμέρους λειτουργίες δραστηριότητες του οργανισμού φαίνεται ότι δε λειτουργούν σχετικά αυτόνομα, αλλά συνεργάζονται με τα υπόλοιπα τμήματα του εγκεφάλου (Παναγής & Δαφέρμος, 2008) Με τις εξελίξεις στο πεδίο των νευροεπιστημών κατά τον 20ο αιώνα άρχισαν να διερευνώνται τόσο γενικά οι νευροφυσιολογικοί μηχανισμοί, αλλά και ειδικότερα αυτοί που διέπουν τη δημιουργική σκέψη, οι οποίοι όμως παραμένουν πεδίο προς περεταίρω εξερεύνηση. 11 3.2 Ορισμοί, τα μέρη του εγκεφάλου Το αριστερό ημισφαίριο ελέγχει το δεξί ήμισυ του σώματος αισθητικά και κινητικά, ενώ σε αυτό αποδίδονται κυρίως οι λεκτικές, αναλυτικές και λογικές νοητικές διεργασίες. Αυτό το ημισφαίριο είναι υπεύθυνο για την αντίληψη του χρόνου, την ομιλία, τη γραφή, την αντίληψη του λόγου, το συμβολισμό, τη λεκτική μνήμη, την αναλυτική σκέψη. Επίσης, είναι υπεύθυνο για την επικοινωνία με λέξεις κατά κυριολεξία, την επεξεργασία των ακουστικών ερεθισμάτων και της αφηρημένης πληροφορίας, την πρόκληση ελεγχόμενης συμπεριφοράς και τη δευτερογενή ερμηνεία συμπεριφοράς. Σε αυτό εκτελούνται διαδικασίες σχετικές με τα μαθηματικά και τη γραμματική (Carpenter, Huffman, 2008). Το δεξί ημισφαίριο ελέγχει το αριστερό ήμισυ του σώματος αισθητικά και κινητικά και είναι υπεύθυνο για την οπτική αντίληψη του χώρου, την κατανόηση των μεταφορικών εννοιών και του χιούμορ, τη συσχέτιση, τη σύνθεση λεγομένων, τη συναισθηματική φόρτιση και τη μελωδία λόγου, την οπτική μνήμη, την επικοινωνία τόσο με τόνο φωνής όσο και με εκφράσεις του προσώπου και τη γλώσσα του σώματος. Επίσης, είναι υπεύθυνο για την προσοχή, την διάκριση πολύπλοκων ακουστικών τόνων, την πρόκληση παρορμητικής συμπεριφοράς, τα αισθήματα, τις συγκινήσεις, την δημιουργικότητα, την φαντασία και την καλλιτεχνική έκφραση. (Carpenter, Huffman, 2008) Επιγραμματικά, το δεξί ημισφαίριο λειτουργεί με έννοιες που βασίζονται στα συναισθήματα, ενώ το αριστερό χρησιμοποιεί τη λογική. 3.3 Νευρολογικοί μηχανισμοί της Δημιουργικότητας Ενώ όμως, στον εγκέφαλο φαίνεται να εντοπίζονται μεμονωμένες γνωστικές διαδικασίες, δεν υπάρχει ιδιαίτερο κέντρο του εγκεφάλου για μια σύνθετη συμπεριφορά ή πνευματική ικανότητα, ένα συγκεκριμένο σημείο που είναι υπεύθυνο για τη φαντασία, τη συνείδηση ή για τη δημιουργικότητα. Αυτές είναι πολλαπλές απεικονίσεις στον εγκέφαλο που αποτελούνται από πολλές διαφορετικές και ξεχωριστές διανοητικές διαδικασίες. (Dietrich, 2015) Ως ακολούθως, οι κλασικές προσεγγίσεις αναλύουν γενικευμένα κυρίως τη δημιουργικότητα ξεκινώντας από τις λογικές συμβολικές γλωσσικές λειτουργίες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το αριστερό ημισφαίριο και από τις γενικές συναισθηματικές λειτουργίες που εξαρτώνται γενικά από το δεξί ημισφαίριο (Kalat, 1996) και με διάθεση για μελλοντική έρευνα και ανάλυση. Ένας από τους σημαντικότερους λόγους που η νευροεπιστημονική κοινότητα δεν εντρύφησε στη μελέτη της δημιουργικότητας στον ίδιο βαθμό με άλλες γνωσιακές λειτουργίες όπως η μνήμη, η προσοχή και η ευφυΐα, είναι η δυσκολία εύρεσης της 12 καταλληλότερης μεθοδολογίας για τη διερεύνηση της νευροφυσιολογικής βάσης της δημιουργικότητας σε συνθήκες εργαστηρίου (Dietrich and Kanso, 2010). Όπως και άλλα σύνθετα, ψυχολογικά φαινόμενα όπως είναι ο πολιτικός προσανατολισμός ή οι θρησκευτικές πεποιθήσεις, η δημιουργικότητα, όπως είδαμε και παραπάνω, απλά δεν μπορεί να παρατηρηθεί μεμονωμένα στο νευρικό επίπεδο, δεν είναι ένα φαινόμενο με διακριτή νευρική υπογραφή (Dietrich, 2015). 3.4 Η Νευροπλαστικότητα Μία ακόμα ιδιότητα του εγκεφάλου είναι ότι έχει τη δύναμη, τη δυνατότητα και τη δυναμική να αλλάξει σε βιολογικό επίπεδο. Επιστημονικές έρευνες έχουν δείξει ότι οι νευρώνες αλλάζουν μέσω της εμπειρίας και ότι ο ίδιος ο εγκέφαλος αλλάζει δομικά και αναπρογραμματίζεται. Οι ίδιες εμπειρίες της ζωής μεταβάλλουν ολόκληρο το Νευρικό μας Σύστημα. (Δάλλα, 2008) Ο Αμερικάνος ψυχολόγος και φιλόσοφος William James θεωρείται ότι είναι ο πρώτος που αναφέρθηκε στη δυνατότητα του εγκεφάλου να αναδιοργανώνεται, όταν το 1890 εισήγαγε την έννοια της πλαστικότητας ως μία υποθετική κατασκευή η οποία ορίζει το σύνολο των αλλαγών στο νευρικό σύστημα, οι οποίες εξαρτώνται ή επάγονται από τη συμπεριφορά και μπορούν να στηρίζουν εκμαθημένες συνήθειες. (Παπαθεοδωρόπουλος, 2015). Κατά την ίδια περίοδο, ο Ισπανός ιστολόγος Santiago Ramon y Cajal (1894), ένας πρωτοπόρος νευροεπιστήμονας, είχε προτείνει ότι η δραστηριότητα των νευρώνων μέσω της νοητικής άσκησης μπορεί να τροποποιήσει, να ενδυναμώσει τις συνδέσεις αυτές. (Παπαθεοδωρόπουλος, 2015). Η επιστήμη της Νευροπλαστικότητας πραγματεύεται ακριβώς αυτό, τη δυνατότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου να αλλάζει τις νοητικές του αναπαραστάσεις, τους τρόπους που διεγείρονται οι συνάψεις, να σχηματίζει νέες συνάψεις, νέους νευρώνες και να τροποποιεί τα προηγούμενα νευρωνικά κυκλώματα και δίκτυα (Siegel, 1999 αναφ. Γουρνάς, 2011). Να αλλάζει δηλαδή τη δομή και τη λειτουργία του, ως αποτέλεσμα νέων εμπειριών, που ενέχουν το στοιχείο του ξαφνιάσματος, της νέας πληροφορίας που διεγείρει την προσοχή και δημιουργεί την ανάγκη περαιτέρω εξερεύνησης. (Γουρνάς, 2011). Κατά τον Rosi (1986 αναφ. στο Γουρνάς, 2011), οι νέες εμπειρίες ενεργοποιούν γονίδια που παράγουν πρωτεΐνες, που με τη σειρά τους οδηγούν στη δημιουργία νέων συνάψεων (συναπτογένεση) και νευρώνων (νευρογένεση). Η νευροπλαστικότητα αποτελεί μία διεργασία που διατηρείται σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του ανθρώπου, ακόμη και σε προχωρημένη ηλικία (Γουρνάς, 2011). 13 ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ Συζήτηση - Συμπεράσματα Η δημιουργικότητα σαν γνωσιακή διεργασία που δεν είναι ομοιογενής, αλλά ένα προϊόν πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων, με μεγάλες διακυμάνσεις στη σταδιοποίηση και τις φάσεις της σε συνάρτηση με το χρόνο και σαν προϊόν που δεν μπορεί να εντοπιστεί αποκλειστικά σε μια περιοχή του εγκεφάλου, καθώς πολλές διαφορετικές περιοχές δραστηριοποιούνται ταυτόχρονα στη διάρκεια της δημιουργικής διαδικασίας, είναι ένας τομέας που μπορεί και πρέπει να μελετηθεί εκτενέστερα. Πρόσφατες θεωρητικές προτάσεις σχετικά με τους νευρογνωστικούς μηχανισμούς της δημιουργικής σκέψης έχουν δείξει ότι η παραγωγή μιας δημιουργικής ιδέας μπορεί να εξαρτάται από τη διαθεσιμότητα απεριόριστων αντιληπτικών πληροφοριών χαμηλού επιπέδου (Weinberger, Green, & Chrysikou, 2017). Επίσης είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι μέσα από ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα, όπως το Future Problem Solving (Torrance), το Odyssey of the Mind (Micklus) το Philosophy for Children (Lipman) και το πρόγραμμα «Δαίδαλος», η δημιουργικότητα καλλιεργείται μη επεμβατικά, ενώ τέλος, ένα αυξανόμενο σώμα έρευνας χρησιμοποίησε διέγερση διακρανιακού συνεχούς ρεύματος (tDCS) για να εξετάσει τους νευρικούς μηχανισμούς της δημιουργικότητας δίνοντάς μας πολλά υποσχόμενους τρόπους μελλοντικής έρευνας που μπορούν να προωθήσουν την κατανόηση της αποτελεσματικότητας του tDCS ως μεθόδου εξέτασης της δημιουργικότητας όσο και ενίσχυσης της δημιουργικής γνώσης. (Weinberger, Green, & Chrysikou, 2017). Συνοψίζοντας, δεν χρειάζεται μόνο να κατανοήσουμε καλύτερα τον εγκεφαλικό μηχανισμό που μπορεί να δημιουργήσει άμεσες δημιουργικές δραστηριότητες σε πολλαπλούς τομείς, αλλά πρέπει επίσης να μάθουμε πώς μπορούμε να βελτιστοποιήσουμε τη δημιουργικότητα. Η γήρανση, οι νευρολογικές και οι ψυχιατρικές ασθένειες, ακόμα και οι διαφοροποιήσεις στους νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου όπως είναι η νορεπινεφρίνη, μπορεί να έχουν σημαντικές επιρροές και επιδράσεις στη δημιουργικότητα. Συνεπώς, πρέπει να μάθουμε πώς και οι ασθένειες ή οι βιοχημικές διακυμάνσεις επηρεάζουν τις διάφορες πτυχές της δημιουργικότητας και τι μπορεί να γίνει για την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων διαταραχών, (Dietrich, 2004) ή πως μπορούμε να αναπτύξουμε και να βελτιώσουμε τη δημιουργικότητα του ατόμου σε συνδυασμό και με τις νέες έρευνες για τη νευροπλαστικότητα και την επιγενετική. Κατά τον Dietrich (2015), αυτό που χρειαζόμαστε τελικά, είναι μια πειραματική μελέτη πάνω στη Δημιουργικότητα. 14 Βιβλιογραφία Γουρνάς, Γ. (2011). «Η αλλαγή μέσα από τη σχέση, Ένα Διεπιστημονικό μοντέλο για την αξιοποίηση της ομάδας στην Εκπαίδευση», Μ.Π.Ε. Carpenter S., & Huffman K. (2008). Visualizing Psychology, Second Edition. USA: John Wiley & Sons, Inc. Csikszentmihalyi, M. (2007). Flow and the Psychology of discovery and Invention. NY: Harper Collins. Δάλλα Χρ. (2008) Θεμελιώδεις Έννοιες Νευροεπιστημών, Οι Βασικές Αρχές των Νευροεπιστημών. D.C.: Society for Neuroscience Διαθέσιμο στο: https://goo.gl/fz5GLf Dietrich, A. (2004). The cognitive neuroscience of creativity. Psychonomic Bulletin & Review, 11, 1011–1026. Dietrich, A. (2015). How Creativity Happens in the Brain. UK: Palgrave Macmillan. Doya, K. (2002). Metalearning and neuromodulation. Neural Networks, 15, 495–506. Gabora, L. (2002). Cognitive mechanisms underlying the creative process. In (T. Hewett and T. Kavanagh, Eds.) Proceedings of the Fourth International Conference on Creativity and Cognition (pp. 126-133), October 13-16, Loughborough University, UK. Heilman, K. M. (2005). Creativity and the brain. NY: Psychology Press. Heilman K. M. (2016). Literature Review. Possible Brain Mechanisms of Creativity. Archives of Clinical Neuropsychology, 31, 4, 285–296. Διαθέσιμο στο: https://doi.org/10.1093/arclin/acw009 Kalat, J. W. (1996). Introduction to psychology. CA: Brooks/Cole Publishing Company. Kaufman, A., Kornilov, S., Bristol, A., Tan, M., & and Grigorenko, E. (2010) The Neurobiological Foundation of Creative Cognition In: Kaufman, J. C., Sternberg, R. J., The Cambridge Handbook of Creativity. (216-233) Cambridge University Press. Μαρμπένα, Α., (2016). Νευρωνικά ανάλογα της δημιουργικότητας. Μια μελέτη φασματικής ισχύος σε δεδομένα ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος. (master’s thesis) http://hdl.handle.net/10889/9478 Ξανθάκου, Γ. (2011). Δημιουργικότητα και καινοτομία στο σχολείο και την κοινωνία (επιμ. Γ. Ξανθάκου, F. Mönks, & Μ. Καΐλα). Αθήνα: Διάδραση. Παναγής, Γ., & Δαφέρμος, Μ. (2008). Ψυχή, νους και εγκέφαλος: Μια ιστορική αναδρομή στη μελέτη των μεταξύ τους σχέσεων. Hellenic journal of psychology, 5, No.3, 324-366. 15 Παπαθεοδωρόπουλος, Κ. 2015. Πλαστικότητα. Στο Παπαθεοδωρόπουλος, Κ. 2015. Έννοιες στην επιστήμη της μνήμης. [ηλεκτρ. βιβλ.] Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών. κεφ 31. Διαθέσιμο στο: http://hdl.handle.net/11419/3269 Ruggiero, V. R. (1991). The art of thinking: A guide to critical and creative thought. 3d ed. NY: Harper Collins. Sternberg, R.J., Kaufman, J.C., & Pretz, J.E. (2002). The creativity conundrum: A propulsion model of kinds of creative contributions. NY: Psychology Press. Weinberger, A. B., Green, A. E., & Chrysikou, E. G. (2017). Using Transcranial Direct Current Stimulation to Enhance Creative Cognition: Interactions between Task, Polarity, and Stimulation Site. Frontiers in Human Neuroscience, 11, 246. http://doi.org/10.3389/fnhum.2017.00246 Χατζηευθυμίου, (2017). Εγκέφαλος και Συμπεριφορά, γνωστική λειτουργία και φλοιός. Διαθέσιμο στο: https://goo.gl/AfPQ3c 16